Κυριακή 14 Μαρτίου 2010

Επένδυση και στοίχημα: Μια σχέση (στ)οργής

Στα οικονομικά, ως επένδυση ορίζεται η δέσμευση κεφαλαίων για ένα χρονικό διάστημα, η οποία αναμένεται να αποφέρει πρόσθετα κεφάλαια στον επενδυτή. Ουσιαστικά, κάποιος που επενδύει, περιμένει μια απόδοση ως ανταμοιβή για τα κεφάλαια που δέσμευσε, η οποία μπορεί να είναι είτε μικρή είτε μεγαλύτερη, ανάλογα με τη φύση της επένδυσης. Αν κάποιος αγοράσει για παράδειγμα μια μετοχή εταιρίας εισηγμένης στο Χρηματιστήριο που κοστίζει 10€ και έπειτα από κάποιο χρονικό διάστημα, η τιμή αυτής της μετοχής έχει φτάσει τα 20€, τότε ο επενδυτής διπλασίασε το κεφάλαιό του και έχει κέρδος. Βέβαια, κάθε επένδυση δεν είναι εξ’ ορισμού κερδοφόρα και έτσι αυτό αναγκάζει τον επενδυτή να ψάξει για τις αγορές που θα του αποφέρουν κέρδος μέσα από την εκτίμηση για κερδοφορία αλλά και τον κίνδυνο κάθε αγοράς.

Μπορεί να αναρωτηθεί κάποιος γιατί αναφέρομαι σε όλα αυτά και ποια η σχέση της επένδυσης με το στοίχημα. Το αν κάποιος αντιμετωπίζει το στοίχημα σαν επένδυση (δηλαδή μια μακροχρόνια προσπάθεια να διπλασιάσει, τριπλασιάσει, ν-πλασιάσει το κεφάλαιό του) ή σαν τζόγο μπορεί να φανεί ξεκάθαρα μέσα από τον τρόπο παιχνιδιού του, τη διαχείριση των χρημάτων του αλλά και το πόσο καλός είναι στο να εκτιμά (σιχαίνομαι τη λέξη «προβλέπει» - ο Χορταρέας προβλέπει, όχι ένας tipster) την έκβαση ενός αθλητικού γεγονότος. Και ο τζογαδόρος αλλά και ο επενδυτής έχουν ένα κοινό στόχο: Το κέρδος.

Η βασική και πιο προφανής διαφορά τους, από την άλλη, έχει να κάνει με το επίπεδο της έκθεσής τους στον κίνδυνο σαν αποτέλεσμα της προσπάθειάς τους να κερδίσουν. Για κάποιον που στοιχηματίζει σε προκαθορισμένες αποδόσεις, ο κίνδυνος μοιάζει ατέρμονος: Αν η εκτίμησή του είναι λάθος, χάνει όλο το ποσό που είχε ποντάρει. Αντίθετα, ο επενδυτής μπορεί να αποσύρει το υπόλοιπο ποσό του οποιαδήποτε στιγμή βλέπει πως η επένδυσή του χάνει την αξία της. Όμως, ο παίκτης του στοιχήματος ξέρει πως αν η εκτίμησή του επιβεβαιωθεί, θα έχει κάποιο βέβαιο κέρδος, κάτι για το οποίο ο επενδυτής δε μπορεί να είναι ποτέ σίγουρος.

Τέλος, μια ακόμη διαφορά ανάμεσα σε έναν επενδυτή και έναν παίκτη του στοιχήματος έχει να κάνει με τη χρονική διάρκεια. Ο επενδυτής περιμένει εβδομάδες, μήνες ή και έτη ολόκληρα για να δει τα αποτελέσματα της επένδυσής του σε αντίθεση με κάποιον που στοιχηματίζει που συνήθως μέσα σε λίγες ώρες ή μέρες (εξαιρούνται τα μακροπρόθεσμα στοιχήματα) γνωρίζει αν κέρδισε ή έχασε.

Το γεγονός ότι στο στοίχημα υπάρχει και ο μεσάζων (bookmaker), ο οποίος έχει κάποια προμήθεια (γκανιότα), αυξάνει ακόμη περισσότερο τον συνολικό κίνδυνο που έχει να αντιμετωπίσει ο τζογαδόρος. Και εκεί διαφοροποιείται ο επαγγελματίας παίκτης από τη μάζα: Ο επαγγελματίας θα προσπαθήσει (και ίσως καταφέρει) να περιορίσει τον κίνδυνο μέσω της κατάλληλης διαχείρισης χρημάτων αλλά και του υψηλού επιπέδου επιτυχημένων εκτιμήσεων του, που θα μπορέσουν να του αποκομίσουν κέρδος μακροχρόνια. Η μάζα θα συνεχίσει να ζητά «μια σίγουρη τριαδούλα για απόψε..»
  Σίγουρα, με την κατάλληλη οργάνωση κάποιος μπορεί να αρχίσει να βλέπει πιο επαγγελματικά, πιο.. επενδυτικά, αν θέλετε, το στοίχημα. Και αυτή η κατάλληλη οργάνωση αναφέρεται σε απλά πράγματα: Καταγραφή όλων των στοιχημάτων ώστε να αρχίσουμε να μαθαίνουμε από τα λάθη μας (ένα φύλλο στο excel θα βοηθούσε εδώ), διαχείριση χρημάτων και στροφή προς πιο.. “κερδοφόρους” τρόπους στοιχηματισμού (asian handicap για παράδειγμα). Τα αποτελέσματα θα τα δείτε και μόνοι σας..



ΠΗΓΗ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου