Τύχη… ο αστάθμητος παράγων που μοιάζει να ευνοεί ορισμένους ή να «αγνοεί» παντελώς κάποιους άλλους… Το πώς χειρίζεται την τύχη ή την ατυχία του ο καθένας μπορεί να διαφέρει. Τι γίνεται όμως όταν η κατάσταση ξεφεύγει εντελώς απ’ τα χέρια μας και το μόνο που μοιάζει να έχει νόημα είναι η επόμενη επίσκεψή στο κοντινότερο υποκατάστημα στοιχημάτων ή καζίνο;
Πρόκειται για μια «φάση», όπως την χαρακτηρίζουν πολλοί, ή για κάτι μόνιμο που μας βασανίζει και δεν ξέρουμε πως να απεμπλακούμε;
Η κυρία Σταυρούλα Σανίδα, Ψυχολόγος- Ψυχοθεραπεύτρια, μας βοηθά να λύσουμε το γρίφο των τυχερών παιχνιδιών, ξεδιαλύνοντας τα αίτια αλλά και τα αποτελέσματα τις εθιστικής αυτής συνήθειας.
Ποιος και γιατί;
Ένα ερώτημα που γεννάται συχνά σε ό,τι αφορά τα τυχερά παιχνίδια είναι το γιατί μπορεί κάποιος να στραφεί εκεί, αλλά και το ποιος είναι πιο ευάλωτος.
Η κυρία Σανίδα μας εξηγεί πως « Η ίδια η “φύση” των τυχερών παιχνιδιών μπορεί να ωθήσει στην ενασχόλησή τους. Η έκκριση ντοπαμίνης που εκκρίνεται στον οργανισμό προκαλεί την αίσθηση ευχαρίστησης τη στιγμή που ο παίκτης επιδίδεται σε κάποιο από τα τυχερά παιχνίδια. Ταυτόχρονα, η έκκριση αδρεναλίνης κάνει την εμπειρία συναρπαστική και κάποιες φορές εθιστική. Βέβαια, ο παίκτης που περνά από την απλή ενασχόληση στον εθισμό έχει ιδιαίτερα χαρακτηριστικά. Πρώτον, ίσως προσπαθεί μέσω του τζόγου να βρει καταφύγιο από την κατάθλιψη ή το άγχος ή τις προβληματικές του σχέσεις με κοντινά πρόσωπα. Επιπλέον, για κάποιους η ενασχόληση έρχεται ως διέξοδος σε μια ανιαρή ζωή με λιγοστά ενδιαφέροντα ερεθίσματα, όπως συμβαίνει με ανθρώπους στην τρίτη ηλικία κ.λπ.
Φυσικά, σημαντικός παράγοντας είναι η ψευδαίσθηση ελέγχου που δημιουργείται από τα τυχερά παιχνίδια και η επιθυμία για απόκτηση χρηματικού κέρδους. Ακόμη, ορισμένες μελέτες αναφέρουν και τον παράγοντα της κληρονομικότητας. Συνεπώς, είναι πιο πιθανό για κάποιον που έχει στην οικογένειά του άτομα που ασχολούνται με τα τυχερά παιχνίδια να εμφανίσει και ίδιος αντίστοιχη συμπεριφορά».
Η κυρία Σανίδα επισημαίνει πως η κοινωνική επιρροή διαδραματίζει εξίσου σημαντικό ρόλο. «Αν ο φίλος ή η παρέα κάποιου ασχολείται συστηματικά με τα τυχερά παιχνίδια, είναι πιθανό να επηρεαστεί και ο ίδιος. Ακόμη και τα καταιγιστικά διαφημιστικά μηνύματα των καζίνο ή άλλων παιχνιδιών είναι δυνατό να ωθήσουν σε αυτήν την ενασχόληση. Βέβαια, είτε πρόκειται για κοινωνική επιρροή ή επίδραση των ΜΜΕ, το άτομο με την πιο ευάλωτη προσωπικότητα ή ελλιπείς δεξιότητες στην επίλυση προβλημάτων έχει αυξημένες πιθανότητες για εμφάνιση εθισμού.
Σύμφωνα με μελέτες, τα άτομα που ασχολούνται με τις ιπποδρομίες και το καζίνο βρέθηκε να έχουν υψηλότερα ποσοστά αναζήτησης της διέγερσης και να είναι πιο επιρρεπή στην ανία, ενώ τα άτομα που ασχολούνται με ηλεκτρονικά παιχνίδια φάνηκε να προτιμούν χαμηλά επίπεδα διέγερσης. Επομένως, ο σκοπός της πρώτης ομάδας είναι η αύξηση της διέγερσης μέσω του έντονου ενθουσιασμού, ενώ ο στόχος της δεύτερης η αποφυγή των υψηλών επιπέδων διέγερσης, καθώς η δεύτερη ομάδα παίζει για να ξεφύγει από την κατάσταση στρες που βιώνει στην καθημερινή του ζωή»
Το συμπέρασμα που εξάγεται είναι μάλλον σαφές: «Πιο ευάλωτος είναι ο άνθρωπος που δεν μπορεί να έχει έλεγχο στη ζωή του. Αυτός που νιώθει την παρόρμηση ή έντονη επιθυμία να παίξει και δυσκολεύεται να πει όχι. Πέρα από την αδυναμία ελέγχου, πιο ευάλωτο είναι επίσης το άτομο που πάσχει από συμπτώματα κάποιας άλλης ψυχικής διαταραχής, όπως η κατάθλιψη, το άγχος κ.λπ. Ακόμη τα άτομα που έχουν διαστρεβλωμένες πεποιθήσεις για τον τρόπο που μπορούν να στοιχηματίσουν, τη στρατηγική και το πιθανό κέρδος, πέφτουν συχνά θύματα των δυσλειτουργικών τους σκέψεων», επισημαίνει η κυρία Σανίδα.
Ο ρόλος του «περίγυρου» και της οικονομικής κατάστασης του παίκτη…
«Το πλέον σύνηθες είναι η οικογένεια να μην γνωρίζει την έντονη ενασχόληση του ατόμου με τα τυχερά παιχνίδια. Ο παίκτης, άλλωστε, λέει συχνά ψέματα και δεν διστάζει να παίξει και ολόκληρο το μισθό του ή τις καταθέσεις του. Ρισκάρει ακόμα και να δανειστεί προκειμένου να παίξει. Όταν το μυστικό φανερώνεται στην οικογένεια, οι συγγενείς δυσκολεύονται να αποτρέψουν τον παίκτη από την ενασχόλησή του ενώ, συχνά, ο τρόπος που τον προσεγγίζουν είναι τόσο ενοχοποιητικός, που ο παίκτης αντιδρά ακόμα περισσότερο. Οι οικογενειακές σχέσεις φαίνεται να είναι έτσι κι αλλιώς προβληματικές, με αποτέλεσμα να γίνονται ακόμα πιο συγκρουσιακές. Όσον αφορά στην οικονομική κατάσταση του ατόμου, σπάνια είναι σε καλό επίπεδο αλλά ακόμη κι αν αυτό δεν ισχύει, η χρόνια και, τις περισσότερες φορές, ανεξέλεγκτη ενασχόληση με τα τυχερά παιχνίδια οδηγεί σε πολλά χρέη τα οποία τείνουν να συσσωρεύονται εξίσου ανεξέλεγκτα», τονίζει η κυρία Σανίδα.
Διαπίστωση του εθισμού και συμπτώματα…
Η κυρία Σανίδα εξηγεί πως «Ίσως το δυσκολότερο κομμάτι είναι η διαπίστωση και αυτή γίνεται κυρίως όταν αυξάνονται πολύ οι ώρες ενασχόλησης, όταν ο παίκτης χάνει τον έλεγχο και λέει συχνά ψέματα στους οικείους του, όταν αρχίζει να χάνει πολλά χρήματα και χρωστά σε πολλούς, όταν γίνεται ευερέθιστος και απομονώνεται από την οικογένεια ή τις σχέσεις του».
Ο «εθισμός» στα τυχερά παιχνίδια έχει τα ακόλουθα συμπτώματα:
Παραδοχή ή άρνηση;
Η παραδοχή του εθισμού είναι σπάνια κι αυτός είναι ο βασικός λόγος που οι παθολογικοί παίχτες δεν ζητούν οι ίδιοι βοήθεια από κάποιον ειδικό. Την ευθύνη αυτή επωμίζεται η οικογένεια ή οι φίλοι, οι οποίοι πιέζουν το αγαπημένο τους πρόσωπο να αποταθεί κάπου για βοήθεια και για θεραπεία.
«Η παθολογική συμπεριφορά ξεκινά και εν συνεχεία παγιώνεται μέσω της ‘συνήθειας’, η οποία, σε συνδυασμό με την απόκτηση μεγάλων κερδών στην αρχή της ενασχόλησης του ατόμου με τα τυχερά παιχνίδια, συμβάλλει καθοριστικά στη δημιουργία του προβλήματος. Την ίδια στιγμή, η αντίληψη της «παραλίγο νίκης» είναι πιθανό να αποτελεί αιτία για την εγκαθίδρυση του προβλήματος. Οι παίκτες θεωρούν ότι κατά αυτόν τον τρόπο βρίσκονται κοντά στη νίκη και, συνεπώς, μπαίνουν σε ένα φαύλο κύκλο επαναλαμβανόμενης ‘ήττας’ την οποία προσπαθούν μάταια να ανατρέψουν», εξηγεί η ειδικός.
Ένας εθισμός όπως όλοι οι άλλοι…
Ορισμένοι ερευνητές κατατάσσουν την παθολογική ενασχόληση με τα τυχερά παιχνίδια στο φάσμα των εξαρτήσεων. Η αιτία απλή και κατανοητή αφού η εξαρτητική συμπεριφορά αποτελείται από τα εξής τρία στοιχεία που αποτελούν κλασικά χαρακτηριστικά και της εξάρτησης από τα ναρκωτικά ή το αλκοόλ: (α) τον πόθο ή τον καταναγκασμό, (β) την έλλειψη ελέγχου και (γ) τη συνέχιση της προβληματικής συμπεριφοράς, ανεξάρτητα από τα επακόλουθα αρνητικά αποτελέσματα.
Η κυρία Σανίδα εξηγεί πως, «τα διαγνωστικά κριτήρια της παθολογικής ενασχόλησης με τα τυχερά παιχνίδια έχουν πολλά κοινά σημεία με τις εξαρτήσεις από ουσίες σύμφωνα με τη «Διεθνή Ταξινόμηση Ψυχικών Διαταραχών και Διαταραχών Συμπεριφοράς» (ICD-10) και το «Διαγνωστικό και Στατιστικό Εγχειρίδιο Ψυχικών Διαταραχών» (DSM-IV). Πιο συγκεκριμένα, η ανοχή, που συνδέεται με την ανάγκη για έντονα αυξημένες ποσότητες της ουσίας για την επίτευξη του επιθυμητού αποτελέσματος ή το ελαττωμένο αποτέλεσμα με συνεχή χρήση της ίδιας ποσότητας ουσίας, παραπέμπει στην ανάγκη του παίκτη να παίζει αυξάνοντας τα χρηματικά ποσά που στοιχηματίζει σε κάθε παιχνίδι, για να αντλήσει μεγαλύτερη ικανοποίηση. Το στερητικό σύνδρομο, επίσης, θα μπορούσε να παραλληλιστεί με την ανησυχία του παίκτη, όταν αποπειράται να διακόψει την ενασχόλησή του. Επιπρόσθετα, και στις δύο διαταραχές παρατηρούνται επαναλαμβανόμενες αποτυχημένες προσπάθειες διακοπής της ουσίας και της ενασχόλησης αντίστοιχα. Ακόμη, τα άτομα ξοδεύουν πολύ χρόνο για δραστηριότητες σχετιζόμενες με την εξάρτηση και την ενασχόλησή τους. Επιπλέον, τα άτομα συνεχίζουν να διατηρούν την επιβλαβή συμπεριφορά, παρά τις αρνητικές της συνέπειες».
«Γενικότερα, η εξαρτητική συμπεριφορά και η παθολογική ενασχόληση με τα τυχερά παιχνίδια θεωρούνται διαταραχές που χαρακτηρίζονται από έλλειψη αυτορρύθμισης και αυτοελέγχου. Στην παθολογική ενασχόληση με τα τυχερά παιχνίδια, η έλλειψη αυτορρύθμισης παρατηρείται όταν η ενασχόληση συνεχίζεται παρά τις αρνητικές της συνέπειες. Επίσης, ένας εξαρτημένος παρουσιάζει αντίστοιχη εικόνα όταν δε μπορεί να αναστείλει την επιθυμία του για την επιθυμητή ουσία ή συμπεριφορά και όταν δεν είναι σε θέση να αλλάξει τη συμπεριφορά του από την εξαρτητική ενίσχυση σε ένα λιγότερο αυτοκαταστροφικό ενισχυτή. Αυτό το φαινόμενο είναι δυνατό να αποτελέσει εμπόδιο στην επιδιωκόμενη αλλαγή, που συνδέεται με τη διακοπή της χρήσης ουσιών ή της παθολογικής ενασχόλησης με τα τυχερά παιχνίδια», συμπεραίνει η κυρία Σανίδα.
Υπάρχει θεραπεία;
Μα φυσικά… και αυτό είναι και το ζητούμενο άλλωστε, αφού στόχος είναι να απαλλαγεί το άτομο από την «κακή συνήθεια». Η θεραπεία δεν περιλαμβάνει ωστόσο φαρμακευτική αγωγή, όπως συμβαίνει με τα σωματικά νοσήματα ή με άλλα ψυχικά, βασίζεται όμως στην ψυχοθεραπευτική προσέγγιση. «Η ψυχοθεραπευτική προσέγγιση, που αποτελεί την κύρια θεραπεία επιλογής για την ενασχόληση με τα τυχερά παιχνίδια είναι η γνωσιακή-συμπεριφορική θεραπεία. Πρόκειται για μια προσέγγιση η οποία εκπαιδεύει τον παίκτη να ελέγχει την ανεξέλεγκτη συμπεριφορά του, να παρατηρεί τον εαυτό του και να αναγνωρίζει τις δυσλειτουργικές του σκέψεις πριν και κατά τη διάρκεια του τζόγου. Ταυτόχρονα, ο παίκτης συνειδητοποιεί πώς η ενασχόληση με τα τυχερά παιχνίδια συνδέεται με τη ζωή του και την προσωπικότητά του», καταλήγει η κυρία Σανίδα.
Σταυρούλα Σανίδα, M.Sc.
Ψυχολόγος-Ψυχοθεραπεύτρια
Λέλας Καραγιάννη 63, Λυκόβρυση
210 2849073
http://www.mental-health.gr/
ssanida@mental-health.gr
ΠΗΓΗ
Πρόκειται για μια «φάση», όπως την χαρακτηρίζουν πολλοί, ή για κάτι μόνιμο που μας βασανίζει και δεν ξέρουμε πως να απεμπλακούμε;
Η κυρία Σταυρούλα Σανίδα, Ψυχολόγος- Ψυχοθεραπεύτρια, μας βοηθά να λύσουμε το γρίφο των τυχερών παιχνιδιών, ξεδιαλύνοντας τα αίτια αλλά και τα αποτελέσματα τις εθιστικής αυτής συνήθειας.
Ποιος και γιατί;
Ένα ερώτημα που γεννάται συχνά σε ό,τι αφορά τα τυχερά παιχνίδια είναι το γιατί μπορεί κάποιος να στραφεί εκεί, αλλά και το ποιος είναι πιο ευάλωτος.
Η κυρία Σανίδα μας εξηγεί πως « Η ίδια η “φύση” των τυχερών παιχνιδιών μπορεί να ωθήσει στην ενασχόλησή τους. Η έκκριση ντοπαμίνης που εκκρίνεται στον οργανισμό προκαλεί την αίσθηση ευχαρίστησης τη στιγμή που ο παίκτης επιδίδεται σε κάποιο από τα τυχερά παιχνίδια. Ταυτόχρονα, η έκκριση αδρεναλίνης κάνει την εμπειρία συναρπαστική και κάποιες φορές εθιστική. Βέβαια, ο παίκτης που περνά από την απλή ενασχόληση στον εθισμό έχει ιδιαίτερα χαρακτηριστικά. Πρώτον, ίσως προσπαθεί μέσω του τζόγου να βρει καταφύγιο από την κατάθλιψη ή το άγχος ή τις προβληματικές του σχέσεις με κοντινά πρόσωπα. Επιπλέον, για κάποιους η ενασχόληση έρχεται ως διέξοδος σε μια ανιαρή ζωή με λιγοστά ενδιαφέροντα ερεθίσματα, όπως συμβαίνει με ανθρώπους στην τρίτη ηλικία κ.λπ.
Φυσικά, σημαντικός παράγοντας είναι η ψευδαίσθηση ελέγχου που δημιουργείται από τα τυχερά παιχνίδια και η επιθυμία για απόκτηση χρηματικού κέρδους. Ακόμη, ορισμένες μελέτες αναφέρουν και τον παράγοντα της κληρονομικότητας. Συνεπώς, είναι πιο πιθανό για κάποιον που έχει στην οικογένειά του άτομα που ασχολούνται με τα τυχερά παιχνίδια να εμφανίσει και ίδιος αντίστοιχη συμπεριφορά».
Η κυρία Σανίδα επισημαίνει πως η κοινωνική επιρροή διαδραματίζει εξίσου σημαντικό ρόλο. «Αν ο φίλος ή η παρέα κάποιου ασχολείται συστηματικά με τα τυχερά παιχνίδια, είναι πιθανό να επηρεαστεί και ο ίδιος. Ακόμη και τα καταιγιστικά διαφημιστικά μηνύματα των καζίνο ή άλλων παιχνιδιών είναι δυνατό να ωθήσουν σε αυτήν την ενασχόληση. Βέβαια, είτε πρόκειται για κοινωνική επιρροή ή επίδραση των ΜΜΕ, το άτομο με την πιο ευάλωτη προσωπικότητα ή ελλιπείς δεξιότητες στην επίλυση προβλημάτων έχει αυξημένες πιθανότητες για εμφάνιση εθισμού.
Σύμφωνα με μελέτες, τα άτομα που ασχολούνται με τις ιπποδρομίες και το καζίνο βρέθηκε να έχουν υψηλότερα ποσοστά αναζήτησης της διέγερσης και να είναι πιο επιρρεπή στην ανία, ενώ τα άτομα που ασχολούνται με ηλεκτρονικά παιχνίδια φάνηκε να προτιμούν χαμηλά επίπεδα διέγερσης. Επομένως, ο σκοπός της πρώτης ομάδας είναι η αύξηση της διέγερσης μέσω του έντονου ενθουσιασμού, ενώ ο στόχος της δεύτερης η αποφυγή των υψηλών επιπέδων διέγερσης, καθώς η δεύτερη ομάδα παίζει για να ξεφύγει από την κατάσταση στρες που βιώνει στην καθημερινή του ζωή»
Το συμπέρασμα που εξάγεται είναι μάλλον σαφές: «Πιο ευάλωτος είναι ο άνθρωπος που δεν μπορεί να έχει έλεγχο στη ζωή του. Αυτός που νιώθει την παρόρμηση ή έντονη επιθυμία να παίξει και δυσκολεύεται να πει όχι. Πέρα από την αδυναμία ελέγχου, πιο ευάλωτο είναι επίσης το άτομο που πάσχει από συμπτώματα κάποιας άλλης ψυχικής διαταραχής, όπως η κατάθλιψη, το άγχος κ.λπ. Ακόμη τα άτομα που έχουν διαστρεβλωμένες πεποιθήσεις για τον τρόπο που μπορούν να στοιχηματίσουν, τη στρατηγική και το πιθανό κέρδος, πέφτουν συχνά θύματα των δυσλειτουργικών τους σκέψεων», επισημαίνει η κυρία Σανίδα.
Ο ρόλος του «περίγυρου» και της οικονομικής κατάστασης του παίκτη…
«Το πλέον σύνηθες είναι η οικογένεια να μην γνωρίζει την έντονη ενασχόληση του ατόμου με τα τυχερά παιχνίδια. Ο παίκτης, άλλωστε, λέει συχνά ψέματα και δεν διστάζει να παίξει και ολόκληρο το μισθό του ή τις καταθέσεις του. Ρισκάρει ακόμα και να δανειστεί προκειμένου να παίξει. Όταν το μυστικό φανερώνεται στην οικογένεια, οι συγγενείς δυσκολεύονται να αποτρέψουν τον παίκτη από την ενασχόλησή του ενώ, συχνά, ο τρόπος που τον προσεγγίζουν είναι τόσο ενοχοποιητικός, που ο παίκτης αντιδρά ακόμα περισσότερο. Οι οικογενειακές σχέσεις φαίνεται να είναι έτσι κι αλλιώς προβληματικές, με αποτέλεσμα να γίνονται ακόμα πιο συγκρουσιακές. Όσον αφορά στην οικονομική κατάσταση του ατόμου, σπάνια είναι σε καλό επίπεδο αλλά ακόμη κι αν αυτό δεν ισχύει, η χρόνια και, τις περισσότερες φορές, ανεξέλεγκτη ενασχόληση με τα τυχερά παιχνίδια οδηγεί σε πολλά χρέη τα οποία τείνουν να συσσωρεύονται εξίσου ανεξέλεγκτα», τονίζει η κυρία Σανίδα.
Διαπίστωση του εθισμού και συμπτώματα…
Η κυρία Σανίδα εξηγεί πως «Ίσως το δυσκολότερο κομμάτι είναι η διαπίστωση και αυτή γίνεται κυρίως όταν αυξάνονται πολύ οι ώρες ενασχόλησης, όταν ο παίκτης χάνει τον έλεγχο και λέει συχνά ψέματα στους οικείους του, όταν αρχίζει να χάνει πολλά χρήματα και χρωστά σε πολλούς, όταν γίνεται ευερέθιστος και απομονώνεται από την οικογένεια ή τις σχέσεις του».
Ο «εθισμός» στα τυχερά παιχνίδια έχει τα ακόλουθα συμπτώματα:
- Το άτομο ασχολείται συνεχώς με τη χαρτοπαιξία ή με το να βρίσκει τρόπους χρηματοδότησης του πάθους του.
- Έχει συνεχώς την ανάγκη να χαρτοπαίζει με αυξανόμενα ποσά.
- Έχει κάνει επαναλαμβανόμενες προσπάθειες, χωρίς επιτυχία, να μειώσει ή να σταματήσει τη χαρτοπαιξία.
- Είναι ανήσυχος ή σε ένταση όταν προσπαθεί να διακόψει τη χαρτοπαιξία.
- Ίσως παίζει για να ξεφύγει από τα προβλήματά του ή τη δυσφορική του διάθεση.
- Επιστρέφει την επόμενη μέρα με την ελπίδα να κερδίσει τα χαμένα.
- Ψεύδεται συνεχώς στην οικογένειά του ή σε άλλους, αποκρύπτοντας την έκταση του προβλήματος.
- Βάζει σε κίνδυνο ή χάνει το επάγγελμά του ή ευκαιρίες – π.χ. να κάνει καριέρα.
- Κάνει παράνομες πράξεις – π.χ. κλοπές, πλαστογραφίες, απάτες, καταχρήσεις.
- Εξαρτάται από τρίτους για να του δώσουν (δανείσουν) χρήματα, ώστε να βελτιώσει την απελπιστική οικονομική του θέση λόγω της χαρτοπαιξίας.
Παραδοχή ή άρνηση;
Η παραδοχή του εθισμού είναι σπάνια κι αυτός είναι ο βασικός λόγος που οι παθολογικοί παίχτες δεν ζητούν οι ίδιοι βοήθεια από κάποιον ειδικό. Την ευθύνη αυτή επωμίζεται η οικογένεια ή οι φίλοι, οι οποίοι πιέζουν το αγαπημένο τους πρόσωπο να αποταθεί κάπου για βοήθεια και για θεραπεία.
«Η παθολογική συμπεριφορά ξεκινά και εν συνεχεία παγιώνεται μέσω της ‘συνήθειας’, η οποία, σε συνδυασμό με την απόκτηση μεγάλων κερδών στην αρχή της ενασχόλησης του ατόμου με τα τυχερά παιχνίδια, συμβάλλει καθοριστικά στη δημιουργία του προβλήματος. Την ίδια στιγμή, η αντίληψη της «παραλίγο νίκης» είναι πιθανό να αποτελεί αιτία για την εγκαθίδρυση του προβλήματος. Οι παίκτες θεωρούν ότι κατά αυτόν τον τρόπο βρίσκονται κοντά στη νίκη και, συνεπώς, μπαίνουν σε ένα φαύλο κύκλο επαναλαμβανόμενης ‘ήττας’ την οποία προσπαθούν μάταια να ανατρέψουν», εξηγεί η ειδικός.
Ένας εθισμός όπως όλοι οι άλλοι…
Ορισμένοι ερευνητές κατατάσσουν την παθολογική ενασχόληση με τα τυχερά παιχνίδια στο φάσμα των εξαρτήσεων. Η αιτία απλή και κατανοητή αφού η εξαρτητική συμπεριφορά αποτελείται από τα εξής τρία στοιχεία που αποτελούν κλασικά χαρακτηριστικά και της εξάρτησης από τα ναρκωτικά ή το αλκοόλ: (α) τον πόθο ή τον καταναγκασμό, (β) την έλλειψη ελέγχου και (γ) τη συνέχιση της προβληματικής συμπεριφοράς, ανεξάρτητα από τα επακόλουθα αρνητικά αποτελέσματα.
Η κυρία Σανίδα εξηγεί πως, «τα διαγνωστικά κριτήρια της παθολογικής ενασχόλησης με τα τυχερά παιχνίδια έχουν πολλά κοινά σημεία με τις εξαρτήσεις από ουσίες σύμφωνα με τη «Διεθνή Ταξινόμηση Ψυχικών Διαταραχών και Διαταραχών Συμπεριφοράς» (ICD-10) και το «Διαγνωστικό και Στατιστικό Εγχειρίδιο Ψυχικών Διαταραχών» (DSM-IV). Πιο συγκεκριμένα, η ανοχή, που συνδέεται με την ανάγκη για έντονα αυξημένες ποσότητες της ουσίας για την επίτευξη του επιθυμητού αποτελέσματος ή το ελαττωμένο αποτέλεσμα με συνεχή χρήση της ίδιας ποσότητας ουσίας, παραπέμπει στην ανάγκη του παίκτη να παίζει αυξάνοντας τα χρηματικά ποσά που στοιχηματίζει σε κάθε παιχνίδι, για να αντλήσει μεγαλύτερη ικανοποίηση. Το στερητικό σύνδρομο, επίσης, θα μπορούσε να παραλληλιστεί με την ανησυχία του παίκτη, όταν αποπειράται να διακόψει την ενασχόλησή του. Επιπρόσθετα, και στις δύο διαταραχές παρατηρούνται επαναλαμβανόμενες αποτυχημένες προσπάθειες διακοπής της ουσίας και της ενασχόλησης αντίστοιχα. Ακόμη, τα άτομα ξοδεύουν πολύ χρόνο για δραστηριότητες σχετιζόμενες με την εξάρτηση και την ενασχόλησή τους. Επιπλέον, τα άτομα συνεχίζουν να διατηρούν την επιβλαβή συμπεριφορά, παρά τις αρνητικές της συνέπειες».
«Γενικότερα, η εξαρτητική συμπεριφορά και η παθολογική ενασχόληση με τα τυχερά παιχνίδια θεωρούνται διαταραχές που χαρακτηρίζονται από έλλειψη αυτορρύθμισης και αυτοελέγχου. Στην παθολογική ενασχόληση με τα τυχερά παιχνίδια, η έλλειψη αυτορρύθμισης παρατηρείται όταν η ενασχόληση συνεχίζεται παρά τις αρνητικές της συνέπειες. Επίσης, ένας εξαρτημένος παρουσιάζει αντίστοιχη εικόνα όταν δε μπορεί να αναστείλει την επιθυμία του για την επιθυμητή ουσία ή συμπεριφορά και όταν δεν είναι σε θέση να αλλάξει τη συμπεριφορά του από την εξαρτητική ενίσχυση σε ένα λιγότερο αυτοκαταστροφικό ενισχυτή. Αυτό το φαινόμενο είναι δυνατό να αποτελέσει εμπόδιο στην επιδιωκόμενη αλλαγή, που συνδέεται με τη διακοπή της χρήσης ουσιών ή της παθολογικής ενασχόλησης με τα τυχερά παιχνίδια», συμπεραίνει η κυρία Σανίδα.
Υπάρχει θεραπεία;
Μα φυσικά… και αυτό είναι και το ζητούμενο άλλωστε, αφού στόχος είναι να απαλλαγεί το άτομο από την «κακή συνήθεια». Η θεραπεία δεν περιλαμβάνει ωστόσο φαρμακευτική αγωγή, όπως συμβαίνει με τα σωματικά νοσήματα ή με άλλα ψυχικά, βασίζεται όμως στην ψυχοθεραπευτική προσέγγιση. «Η ψυχοθεραπευτική προσέγγιση, που αποτελεί την κύρια θεραπεία επιλογής για την ενασχόληση με τα τυχερά παιχνίδια είναι η γνωσιακή-συμπεριφορική θεραπεία. Πρόκειται για μια προσέγγιση η οποία εκπαιδεύει τον παίκτη να ελέγχει την ανεξέλεγκτη συμπεριφορά του, να παρατηρεί τον εαυτό του και να αναγνωρίζει τις δυσλειτουργικές του σκέψεις πριν και κατά τη διάρκεια του τζόγου. Ταυτόχρονα, ο παίκτης συνειδητοποιεί πώς η ενασχόληση με τα τυχερά παιχνίδια συνδέεται με τη ζωή του και την προσωπικότητά του», καταλήγει η κυρία Σανίδα.
Σταυρούλα Σανίδα, M.Sc.
Ψυχολόγος-Ψυχοθεραπεύτρια
Λέλας Καραγιάννη 63, Λυκόβρυση
210 2849073
http://www.mental-health.gr/
ssanida@mental-health.gr
ΠΗΓΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου