«Καραμπάγκ πρωταθλήτρια» αναγράφει το πανό του οπαδού της πρωταθλήτριας Αζερμπαϊτζάν. Όταν η εντελώς άγνωστη ομάδα Καραμπάγκ Αγκντάμ νίκησε στα προκριματικά του Τσάμπιονς Λιγκ την αυστριακή Σάλτσμπουργκ πριν από δύο εβδομάδες, η Ευρώπη ανακάλυψε μια εντυπωσιακή ιστορία που κρύβεται πίσω από την προσφυγική ομάδα.
Σαράντα ολόκληρα χρόνια συμπληρώθηκαν από τη μαύρη μέρα που ο «Αττίλας» χτύπησε για δεύτερη φορά την Κύπρο, επεκτείνοντας την τουρκική στρατιωτική κατοχή σε όλο το βόρειο μέρος του νησιού και υποχρεώνοντας σε προσφυγιά περί τους 200.000 Κυπρίους και μαζί τους αθλητικούς συλλόγους που ομόρφαιναν τη ζωή στην Αμμόχωστο, τη Μόρφου, τη βόρεια πλευρά της Λευκωσίας κ.ο.κ.
Έτσι, σύλλογοι όπως η Ανόρθωση και η Νέα Σαλαμίνα της Αμμοχώστου, ο Διγενής Μόρφου, ο Ολυμπιακός Λευκωσίας, ο Εθνικός Αχνας, η Δόξα Κατωκοπιάς, η ΠΑΕΕΚ Κερύνειας και άλλοι υποχρεώθηκαν πριν από 40 χρόνια να ξεσπιτωθούν και να στήσουν αλλού την (προσωρινή;) έδρα τους, ακολουθώντας το παράδειγμα άλλων ελληνικών συλλόγων, όπως ο Πανιώνιος και ο Απόλλων Σμύρνης μισό αιώνα νωρίτερα. Τέτοιες περιπτώσεις είναι και η Καραμπάγκ Αγκντάμ με τη Σπαρτάκι Τσχινβάλι.
Όταν η εντελώς άγνωστη ομάδα Καραμπάγκ Αγκντάμ νίκησε στα προκριματικά του Τσάμπιονς Λιγκ την αυστριακή Σάλτσμπουργκ πριν από δύο εβδομάδες, η Ευρώπη έσκυψε πάνω από την πρωταθλήτρια Αζερμπαϊτζάν για να μάθει γι’ αυτήν και ανακάλυψε μια εντυπωσιακή ιστορία που κρύβεται πίσω από την προσφυγική ομάδα από το Ναγκόρνο Καραμπάχ.
Πρόκειται για σύλλογο που έχει πέσει θύμα του πολέμου των Αρμενίων με τους Αζέρους για την επαρχία του Ναγκόρνο Καραμπάχ από το 1988 έως το 1994, στον οποίον επικράτησαν οι Αρμένιοι. Λέγεται μάλιστα ότι μόλις λίγες ημέρες μετά την πρώτη κατάκτηση του αζέρικου πρωταθλήματος από την Καραμπάγκ, το 1993, οι αρμενικές ένοπλες δυνάμεις εισέβαλαν στο Αγκντάμ. Ο βομβαρδισμός της πόλης οδήγησε όχι μόνο στην ισοπέδωση του σταδίου Ιμαρέτ, της έδρας της Καραμπάγκ, αλλά και σχεδόν όλης της πόλης των 40.000 κατοίκων. Εκεί που βρισκόταν το Ιμαρέτ σήμερα βρίσκεται νεκροταφείο...
Πολλοί ποδοσφαιριστές της ομάδας είχαν ζητήσει να σταματήσουν τότε τις προπονήσεις και τους αγώνες για να πάρουν κι εκείνοι τα όπλα, όμως οι τοπικές αρχές τούς είπαν ότι έκαναν περισσότερο καλό στους συμπατριώτες τους παίζοντας μπάλα και ανυψώνοντας έτσι το ηθικό τους με κάτι άσχετο με τον πόλεμο.
Με το που ολοκλήρωσαν το νταμπλ το 1993, με νίκη στον τελικό του Κυπέλλου στην πρωτεύουσα του Αζερμπαϊτζάν Μπακού, οι περισσότεροι παίκτες της Καραμπάγκ έσπευσαν πίσω στο Αγκντάμ για να βρουν τους συγγενείς τους. Βρήκαν όμως μία πόλη-ερείπιο που μετρούσε 6.000 νεκρούς.
Η ομάδα έτσι έμεινε στο Μπακού και μετά τα πρώτα δύσκολα χρόνια στην προσφυγιά δυνάμωσε ξανά, έγινε το σύμβολο των Αζέρων προσφύγων (ένας στους οκτώ Αζέρους πολίτες είναι πρόσφυγας από το Ναγκόρνο Καραμπάχ) και φέτος κατέκτησε το δεύτερο πρωτάθλημα στην ιστορία της, εδρεύοντας πια στην πρωτεύουσα της χώρας.
Στα τελευταία λεπτά του αγώνα με την Ιντερ Μπακού πριν από λίγους μήνες, πέρασε στον αγωνιστικό χώρο ο Βιουγκάρ Ναντίροφ. Ο 27χρονος παίκτης γεννήθηκε στο Αγκντάμ προτού αρχίσει ο πόλεμος. Ο πατέρας του, Ερσάντ Ναντίροφ, σκοτώθηκε σε μάχη και ο θείος του, ο Αντίλ Ναντίροφ, είναι πρώην προπονητής της Καραμπάγκ. Ονειρο του Αντίλ, όπως είχε δηλώσει, είναι «με τη βοήθεια του Αλλάχ να γυρίσω μια μέρα εκεί για να επισκεφθώ τον τάφο του Ερσάντ».
Ιδιαίτερη φιγούρα στην ιστορία της Καραμπάγκ αποτελεί ο πρώην παίκτης και προπονητής της ομάδας, Αλαχβερντί Μπαγίροφ. Οταν ξέσπασε ο πόλεμος, είχε καθήκοντα διοικητού μονάδας του αζέρικου στρατού και φέρεται να έσωσε πολλούς άμαχους συμπατριώτες του κατά τη διάρκεια των εχθροπραξιών.
Κάποια μέρα συμφώνησαν Αρμένιοι και Αζέροι να ανταλλάξουν αιχμαλώτους και εκτυλίχθηκε μια σπάνια σκηνή, σύμφωνα με τη διήγηση πολεμικού ανταποκριτή που ήταν παρών: Ο Μπαγίροφ άνοιξε τα χέρια του και αγκάλιασε έναν από τους Αρμένιους αιχμαλώτους. Στράφηκε μετά προς την τηλεοπτική κάμερα που ήταν εκεί και είπε ότι ο άνδρας εκείνος ήταν επί πολλά χρόνια συμπαίκτης του. Ο Αρμένιος απάντησε ότι ελπίδα του ήταν να μη βρεθούν ποτέ ξανά σε αντίπαλα στρατόπεδα.
Χάρη στην προσωπικότητα και τις επιτυχίες του, ο Μπαγίροφ έγινε εθνικός ήρωας, αλλά είχε κατακτήσει και τον σεβασμό των Αρμενίων. Ομως τον Ιούνιο του 1992 μια αντιαρματική νάρκη σκότωσε τον Μπαγίροφ, σκορπώντας τον θρήνο στο Αγκντάμ. Οταν ένας Αρμένιος διοικητής έμαθε για τον θάνατο του Μπαγίροφ, έσπευσε να επικοινωνήσει με τους Αζέρους στρατιώτες μέσω ασυρμάτου. Μόλις του επιβεβαίωσαν την είδηση, ξέσπασε βρίζοντας και λέγοντας: «Μα πώς δεν μπορέσατε να σώσετε έναν τέτοιο άνθρωπο;».
Από το Τσχινβάλι στην Τιφλίδα
Παρόμοιες περιπτώσεις υπάρχουν και σε άλλες περιοχές της Ευρώπης, καθώς οι πολεμικές αναμετρήσεις υποχρέωσαν αρκετούς συλλόγους σε εσωτερική μετανάστευση, με κάποιους από αυτούς να μετατρέπουν τη νοσταλγία της πατρίδας σε δύναμη για επιτυχίες εντός αγωνιστικών χώρων.
Αντίστοιχο με την Καραμπάγκ σύμβολο των προσφύγων αποτελεί στη Γεωργία η Σπαρτάκι Τσχινβάλι - Τιφλίδας. Για την ακρίβεια, είναι το σύμβολο των προσφύγων από τη Νότια Οσετία που θεωρούν τους εαυτούς τους Γεωργιανούς, σε αντίθεση με τους συμπατριώτες τους που είναι φιλορώσοι.
Η Σπαρτάκι ιδρύθηκε το 1936 στο Τσχινβάλι, την πρωτεύουσα της Νότιας Οσετίας που διεθνώς θεωρείται επαρχία της Γεωργίας. Ωστόσο, οι ρωσικές ένοπλες δυνάμεις έχουν αποκλείσει τη Νότια Οσετία από το 2008 και η πρόσβαση είναι σχεδόν αδύνατη για όσους δεν διαθέτουν διαβατήριο της Ρωσίας ή της αυτοανακηρυχθείσας δημοκρατίας της Νότιας Οσετίας.
Η Σπαρτάκι μετανάστευσε νότια, στο Γκόρι, και κατόπιν στην πρωτεύουσα Τιφλίδα, όπου και εδρεύει έκτοτε. Αγωνίζεται κατ’ εκλογήν της κυβέρνησης της Γεωργίας στο πρωτάθλημα της πρώτης κατηγορίας της χώρας και ο προϋπολογισμός της καλύπτεται, σύμφωνα με πληροφορίες, κατά 100% από το γεωργιανό κράτος, υπενθυμίζοντας έτσι στους Γεωργιανούς πολίτες κάθε εβδομάδα που υπάρχει αγωνιστική δραστηριότητα ότι η Νότια Οσετία πρέπει να ανήκει στη Γεωργία.
Η Σπαρτάκι, πάντως, δεν έχει καταφέρει να επαναλάβει τη μοναδική της κατάκτηση τίτλου, όταν το 1987 πήρε το Κύπελλο Γεωργίας. Αλλωστε, τα τελευταία χρόνια έχει μετατραπεί σε «ασανσέρ» ανάμεσα στην πρώτη και τη δεύτερη κατηγορία της χώρας. Τη σεζόν 2011-12 υποβιβάστηκε, για να κερδίσει την άνοδό της την αμέσως επόμενη χρονιά. Πέρυσι, κατάφερε να παραμείνει οριακά στη μεγάλη κατηγορία, τερματίζοντας τρίτη από το τέλος. Τη σεζόν 2009-10 είχε φτάσει στην υψηλότερη θέση που έχει πάρει στο πρωτάθλημα, τερματίζοντας στην 5η, ενώ την ίδια χρονιά είχε προχωρήσει μέχρι και τα ημιτελικά του Κυπέλλου, αλλά αποκλείστηκε από την Ντιναμό Τιφλίδας.
Απομένει πλέον να φανεί εάν και η φετινή εξορία της Σαχτάρ Ντονέτσκ από την ανατολική στη δυτική Ουκρανία, στην πόλη Λβιβ, λόγω των εχθροπραξιών στο Ντόνετσκ, μπει τελικά στη ίδια κατηγορία με την προσφυγιά της Ανόρθωσης, του Πανιωνίου, της Καραμπάγκ και της Σπαρτάκι.
ΠΗΓΗ
Σαράντα ολόκληρα χρόνια συμπληρώθηκαν από τη μαύρη μέρα που ο «Αττίλας» χτύπησε για δεύτερη φορά την Κύπρο, επεκτείνοντας την τουρκική στρατιωτική κατοχή σε όλο το βόρειο μέρος του νησιού και υποχρεώνοντας σε προσφυγιά περί τους 200.000 Κυπρίους και μαζί τους αθλητικούς συλλόγους που ομόρφαιναν τη ζωή στην Αμμόχωστο, τη Μόρφου, τη βόρεια πλευρά της Λευκωσίας κ.ο.κ.
Έτσι, σύλλογοι όπως η Ανόρθωση και η Νέα Σαλαμίνα της Αμμοχώστου, ο Διγενής Μόρφου, ο Ολυμπιακός Λευκωσίας, ο Εθνικός Αχνας, η Δόξα Κατωκοπιάς, η ΠΑΕΕΚ Κερύνειας και άλλοι υποχρεώθηκαν πριν από 40 χρόνια να ξεσπιτωθούν και να στήσουν αλλού την (προσωρινή;) έδρα τους, ακολουθώντας το παράδειγμα άλλων ελληνικών συλλόγων, όπως ο Πανιώνιος και ο Απόλλων Σμύρνης μισό αιώνα νωρίτερα. Τέτοιες περιπτώσεις είναι και η Καραμπάγκ Αγκντάμ με τη Σπαρτάκι Τσχινβάλι.
Όταν η εντελώς άγνωστη ομάδα Καραμπάγκ Αγκντάμ νίκησε στα προκριματικά του Τσάμπιονς Λιγκ την αυστριακή Σάλτσμπουργκ πριν από δύο εβδομάδες, η Ευρώπη έσκυψε πάνω από την πρωταθλήτρια Αζερμπαϊτζάν για να μάθει γι’ αυτήν και ανακάλυψε μια εντυπωσιακή ιστορία που κρύβεται πίσω από την προσφυγική ομάδα από το Ναγκόρνο Καραμπάχ.
Πρόκειται για σύλλογο που έχει πέσει θύμα του πολέμου των Αρμενίων με τους Αζέρους για την επαρχία του Ναγκόρνο Καραμπάχ από το 1988 έως το 1994, στον οποίον επικράτησαν οι Αρμένιοι. Λέγεται μάλιστα ότι μόλις λίγες ημέρες μετά την πρώτη κατάκτηση του αζέρικου πρωταθλήματος από την Καραμπάγκ, το 1993, οι αρμενικές ένοπλες δυνάμεις εισέβαλαν στο Αγκντάμ. Ο βομβαρδισμός της πόλης οδήγησε όχι μόνο στην ισοπέδωση του σταδίου Ιμαρέτ, της έδρας της Καραμπάγκ, αλλά και σχεδόν όλης της πόλης των 40.000 κατοίκων. Εκεί που βρισκόταν το Ιμαρέτ σήμερα βρίσκεται νεκροταφείο...
Πολλοί ποδοσφαιριστές της ομάδας είχαν ζητήσει να σταματήσουν τότε τις προπονήσεις και τους αγώνες για να πάρουν κι εκείνοι τα όπλα, όμως οι τοπικές αρχές τούς είπαν ότι έκαναν περισσότερο καλό στους συμπατριώτες τους παίζοντας μπάλα και ανυψώνοντας έτσι το ηθικό τους με κάτι άσχετο με τον πόλεμο.
Με το που ολοκλήρωσαν το νταμπλ το 1993, με νίκη στον τελικό του Κυπέλλου στην πρωτεύουσα του Αζερμπαϊτζάν Μπακού, οι περισσότεροι παίκτες της Καραμπάγκ έσπευσαν πίσω στο Αγκντάμ για να βρουν τους συγγενείς τους. Βρήκαν όμως μία πόλη-ερείπιο που μετρούσε 6.000 νεκρούς.
Η ομάδα έτσι έμεινε στο Μπακού και μετά τα πρώτα δύσκολα χρόνια στην προσφυγιά δυνάμωσε ξανά, έγινε το σύμβολο των Αζέρων προσφύγων (ένας στους οκτώ Αζέρους πολίτες είναι πρόσφυγας από το Ναγκόρνο Καραμπάχ) και φέτος κατέκτησε το δεύτερο πρωτάθλημα στην ιστορία της, εδρεύοντας πια στην πρωτεύουσα της χώρας.
Στα τελευταία λεπτά του αγώνα με την Ιντερ Μπακού πριν από λίγους μήνες, πέρασε στον αγωνιστικό χώρο ο Βιουγκάρ Ναντίροφ. Ο 27χρονος παίκτης γεννήθηκε στο Αγκντάμ προτού αρχίσει ο πόλεμος. Ο πατέρας του, Ερσάντ Ναντίροφ, σκοτώθηκε σε μάχη και ο θείος του, ο Αντίλ Ναντίροφ, είναι πρώην προπονητής της Καραμπάγκ. Ονειρο του Αντίλ, όπως είχε δηλώσει, είναι «με τη βοήθεια του Αλλάχ να γυρίσω μια μέρα εκεί για να επισκεφθώ τον τάφο του Ερσάντ».
Ιδιαίτερη φιγούρα στην ιστορία της Καραμπάγκ αποτελεί ο πρώην παίκτης και προπονητής της ομάδας, Αλαχβερντί Μπαγίροφ. Οταν ξέσπασε ο πόλεμος, είχε καθήκοντα διοικητού μονάδας του αζέρικου στρατού και φέρεται να έσωσε πολλούς άμαχους συμπατριώτες του κατά τη διάρκεια των εχθροπραξιών.
Κάποια μέρα συμφώνησαν Αρμένιοι και Αζέροι να ανταλλάξουν αιχμαλώτους και εκτυλίχθηκε μια σπάνια σκηνή, σύμφωνα με τη διήγηση πολεμικού ανταποκριτή που ήταν παρών: Ο Μπαγίροφ άνοιξε τα χέρια του και αγκάλιασε έναν από τους Αρμένιους αιχμαλώτους. Στράφηκε μετά προς την τηλεοπτική κάμερα που ήταν εκεί και είπε ότι ο άνδρας εκείνος ήταν επί πολλά χρόνια συμπαίκτης του. Ο Αρμένιος απάντησε ότι ελπίδα του ήταν να μη βρεθούν ποτέ ξανά σε αντίπαλα στρατόπεδα.
Χάρη στην προσωπικότητα και τις επιτυχίες του, ο Μπαγίροφ έγινε εθνικός ήρωας, αλλά είχε κατακτήσει και τον σεβασμό των Αρμενίων. Ομως τον Ιούνιο του 1992 μια αντιαρματική νάρκη σκότωσε τον Μπαγίροφ, σκορπώντας τον θρήνο στο Αγκντάμ. Οταν ένας Αρμένιος διοικητής έμαθε για τον θάνατο του Μπαγίροφ, έσπευσε να επικοινωνήσει με τους Αζέρους στρατιώτες μέσω ασυρμάτου. Μόλις του επιβεβαίωσαν την είδηση, ξέσπασε βρίζοντας και λέγοντας: «Μα πώς δεν μπορέσατε να σώσετε έναν τέτοιο άνθρωπο;».
Από το Τσχινβάλι στην Τιφλίδα
Παρόμοιες περιπτώσεις υπάρχουν και σε άλλες περιοχές της Ευρώπης, καθώς οι πολεμικές αναμετρήσεις υποχρέωσαν αρκετούς συλλόγους σε εσωτερική μετανάστευση, με κάποιους από αυτούς να μετατρέπουν τη νοσταλγία της πατρίδας σε δύναμη για επιτυχίες εντός αγωνιστικών χώρων.
Αντίστοιχο με την Καραμπάγκ σύμβολο των προσφύγων αποτελεί στη Γεωργία η Σπαρτάκι Τσχινβάλι - Τιφλίδας. Για την ακρίβεια, είναι το σύμβολο των προσφύγων από τη Νότια Οσετία που θεωρούν τους εαυτούς τους Γεωργιανούς, σε αντίθεση με τους συμπατριώτες τους που είναι φιλορώσοι.
Η Σπαρτάκι ιδρύθηκε το 1936 στο Τσχινβάλι, την πρωτεύουσα της Νότιας Οσετίας που διεθνώς θεωρείται επαρχία της Γεωργίας. Ωστόσο, οι ρωσικές ένοπλες δυνάμεις έχουν αποκλείσει τη Νότια Οσετία από το 2008 και η πρόσβαση είναι σχεδόν αδύνατη για όσους δεν διαθέτουν διαβατήριο της Ρωσίας ή της αυτοανακηρυχθείσας δημοκρατίας της Νότιας Οσετίας.
Η Σπαρτάκι μετανάστευσε νότια, στο Γκόρι, και κατόπιν στην πρωτεύουσα Τιφλίδα, όπου και εδρεύει έκτοτε. Αγωνίζεται κατ’ εκλογήν της κυβέρνησης της Γεωργίας στο πρωτάθλημα της πρώτης κατηγορίας της χώρας και ο προϋπολογισμός της καλύπτεται, σύμφωνα με πληροφορίες, κατά 100% από το γεωργιανό κράτος, υπενθυμίζοντας έτσι στους Γεωργιανούς πολίτες κάθε εβδομάδα που υπάρχει αγωνιστική δραστηριότητα ότι η Νότια Οσετία πρέπει να ανήκει στη Γεωργία.
Η Σπαρτάκι, πάντως, δεν έχει καταφέρει να επαναλάβει τη μοναδική της κατάκτηση τίτλου, όταν το 1987 πήρε το Κύπελλο Γεωργίας. Αλλωστε, τα τελευταία χρόνια έχει μετατραπεί σε «ασανσέρ» ανάμεσα στην πρώτη και τη δεύτερη κατηγορία της χώρας. Τη σεζόν 2011-12 υποβιβάστηκε, για να κερδίσει την άνοδό της την αμέσως επόμενη χρονιά. Πέρυσι, κατάφερε να παραμείνει οριακά στη μεγάλη κατηγορία, τερματίζοντας τρίτη από το τέλος. Τη σεζόν 2009-10 είχε φτάσει στην υψηλότερη θέση που έχει πάρει στο πρωτάθλημα, τερματίζοντας στην 5η, ενώ την ίδια χρονιά είχε προχωρήσει μέχρι και τα ημιτελικά του Κυπέλλου, αλλά αποκλείστηκε από την Ντιναμό Τιφλίδας.
Απομένει πλέον να φανεί εάν και η φετινή εξορία της Σαχτάρ Ντονέτσκ από την ανατολική στη δυτική Ουκρανία, στην πόλη Λβιβ, λόγω των εχθροπραξιών στο Ντόνετσκ, μπει τελικά στη ίδια κατηγορία με την προσφυγιά της Ανόρθωσης, του Πανιωνίου, της Καραμπάγκ και της Σπαρτάκι.
ΠΗΓΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου