Πρόκειται για την εταιρεία που κατάφερε να ''εγκλωβίσει'' στα φιλμ της και να απαθανατίσει σε εικόνες ολόκληρο τον 20ο αιώνα. Η άλλοτε κραταιή Eastman Kodak φαίνεται πως ξεπεράστηκε από τις ιλιγγιώδεις ταχύτητες της ψηφιακής εποχής, την ώρα που η φωτογραφική μηχανή αποτελεί περισσότερο ''εξάρτημα'' σύνθετων τεχνολογικών προϊόντων (όπως τα κινητά τηλέφωνα ή τα tablets) παρά ένα αυτόνομο ''εργαλείο'' για την λήψη φωτογραφιών. Η εταιρεία πλέον βρίσκεται υπό πτώχευση και οι εργαζόμενοί της ξεκρέμαστοι σε ένα διαρκώς συρρικνούμενο εργασιακό τοπίο.
Για περισσότερα από 132 χρόνια η Kodak αποτέλεσε μέρος του δυτικού τρόπου ζωής, με τα χαρακτηριστικά κίτρινα κουτιά των φιλμ της και το κιτρινο-κόκκινο λογότυπο της να αποτελούν την πρώτη επιλογή για την φωτογραφική αποτύπωση γάμων, γιορτών, εκδηλώσεων και κάθε είδους προσωπικών ή δημόσιων στιγμών, πολύ πριν την εμφάνιση των κινητών τηλεφώνων με ενσωματωμένη κάμερα ή των τελευταίας τεχνολογίας ψηφιακών φωτογραφικών μηχανών.
Ο ιδρυτής της εταιρείας George Eastman θεωρούνταν ως ο Steve Jobs της εποχής του, και η Kodak ένα αλλοτινό Google. Το 1900 η "Brownie", η πρώτη φορητή φωτογραφική μηχανή ήταν διαθέσιμη για τον κοινό από την Kodak. Η "Brownie" άλλαξε τον τρόπο που βλέπουμε τον κόσμο για πάντα και παράλληλα ανέδειξε μία νέα επιχειρηματική φιλοσοφία. Ενώ οι φωτογραφικές μηχανές πωλούνταν φθηνά και μαζικά η Kodak σάρωσε την αγορά με τις πωλήσεις των φιλμ που θα έπαιρναν οι μηχανές της.
Η τακτική αυτή απέδωσε τα μέγιστα για έναν αιώνα καθώς το 1999 η Kodak σημείωνε ρεκόρ κερδών ύψους 2,5 δις δολαρίων. Στις εγκαταστάσεις της στο Ρότσεστερ παραγόταν μία ευρεία γκάμα προϊόντων, από φιλμ για X-ray φωτογραφίες και μικροφίλμ μέχρι πομπίνες των 16 και 35 χιλιοστών για βιντεοσκοπήσεις αλλά και προβολείς διαφανειών, βιντεοκασέτες, μπαταρίες λιθίου και δισκέτες για τους πρώτους υπολογιστές. Ήταν η εποχή που η εταιρεία παρήγαγε διαρκώς νέα μοντέλα φωτογραφικών μηχανών και λάνσαρε μέχρι και 30 νέα προϊόντα κάθε χρόνο.
Μόνο τη δεκαετία του 90' η εταιρεία απασχολούσε περισσότερους από 30.000 εργαζόμενους στις εγκαταστάσεις της κοντά στη λίμνη Οντάριο, ενώ η κάθε μετοχή της έφτανε τα 54 ευρώ. Εκείνη την εποχή το μοναδικό 'πρόβλημα' των εργαζομένων ήταν η εύρεση θέση στάθμευσης κοντά στις εργοστασιακές εγκαταστάσεις που απαρτίζονταν από ένα συγκρότημα 195 κτηρίων(!).
Σήμερα ο Σέινμπρουκ, επί 35 χρόνια εργαζόμενος μιας εταιρείας για την οποία ταξίδευε σε όλο τον κόσμο αν και συνταξιοδοτημένος από το 2003 παραμένει ενεργό μέλος της Kodak, δηλώνοντας για τα νέα της υπαγωγής της εταιρείας στο πτωχευτικό άρθρο 11 του αμερικανικού κώδικα στις 19 Ιανουαρίου «Είναι δύσκολο να το φανταστεί κανείς σήμερα. Μήπως έκλαψα; Όχι. Μήπως σοκαρίστηκα; Ναι, και ακόμα δεν έχω συνέλθει από αυτό».
Οι επικριτές της αναφέρουν ότι η Kodak αποτέλεσε ένα παράδειγμα εταιρείας η οποία αψήφησε τα σημάδια των καιρών παίρνοντας μόνη της την άγουσα για την καταστροφή καθώς δεν ακολούθησε τις επιταγές της εποχής. Άλλες έρευνες αποδίδουν την πτώση της ιστορικής εταιρείας στο γενικότερο κλίμα εξαθλίωσης και ύφεσης που επικρατεί αυτή την στιγμή στις ΗΠΑ. Η αλήθεια , ωστόσο, δεν βρίσκεται κατ' ανάγκη σε αυτές τις ερμηνείες αλλά μάλλον έχει να κάνει με τις οξείες διαρθρωτικές αλλαγές που συντελούνται τα τελευταία χρόνια σε παγκόσμιο επίπεδο.
Τα ερωτήματα του Σέινμπρουκ σχετικά με την χρεοκοπία της εταιρείας είναι περισσότερο λογικά παρά τεχνοκρατικά. Πώς είναι δυνατόν να πτώχευσε μία εταιρεία η οποία τη δεκαετία του 70' παρήγαγε το 90% όλων των φιλμ που εκτίθεντο στις ΗΠΑ και το 85% όλων των μηχανών που πωλούνταν; Είναι λογικό να συμβαίνει πραγματικά σε μία από τις πιο αξιόπιστες και διαδεδομένες εταιρείες ολόκληρου του 20ου αιώνα; Πως έχασε η Kodak την «αυγή» της ψηφιακής εποχής; Τέλος, πώς είναι δυνατόν μία από τις πιο καινοτόμες επιχειρήσεις παγκοσμίως να φτάνει την τιμή της μετοχής της στα 50 λεπτά του δολαρίου στην αρχή του έτους με αποτέλεσμα να διαγραφεί από το χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης;
Αμείλικτα ερωτηματικά
Οι απαντήσεις σ' αυτά τα ερωτήματα κρύβουν σίγουρα εκπλήξεις καθώς ποιός μπορεί για παράδειγμα να φανταστεί πως ήταν η Kodak το 1975 που δημιούργησε την πρώτη ψηφιακή φωτογραφική μηχανή; Με τριπλάσιο μέγεθος από ένα κουτί παπουτσιών η κάμερα αυτή εφευρέθηκε από τον μηχανικό της εταιρείας Στηβ Σέισον ενώ απέδωσε μία ασπρόμαυρη , όχι και τόσο καθαρή, φωτογραφία των μόλις 0,01 megapixel. Ο Σέινμπρουκ θυμάται πως ότι για την αποθήκευση της φωτογραφίας χρειάστηκαν οκτώ ολόκληρα λεπτά καθιστώντας την μηχανή αυτή ένα όχι και τόσο εμπορεύσιμο προϊόν.
Με τα χρόνια οι μηχανικοί της εταιρείας βελτίωσαν τους αισθητήρες, οι οποίοι χρησιμοποιήθηκαν τόσο σε φωτογραφικές μηχανές της Nikon και της Leica όσο και στον στρατιωτικό εξοπλισμό.
Ένας άλλος βετεράνος εργαζόμενος της Kodak ο οποίος σήμερα είναι ανώτερος αντιπρόεδρος και καθηγητής στη Σχολή Επιχειρήσεων του Σάιμον στο πανεπιστήμιο του Ρότσεστερ, ο Λάρυ Μάτεσον, είχε επιφορτιστεί με την σύνταξη μίας έκθεσης για το μέλλον της ψηφιακής τεχνολογίας από το εκτελεστικό συμβούλιο της εταιρείας, 4 μόλις χρόνια μετά την παραγωγή της πρώτης ψηφιακής μηχανής.
Τα αποτελέσματα της έρευνάς του σχεδόν προφητικά για τον μέλλον της επιχείρησης καθώς δύο ήταν οι τομείς στους οποίους πρωτοπορούσε πάντοτε η Kodak. Ο πρώτος ήταν η οργανική χημεία και ο δεύτερος η κατασκευή εξαιρετικής ποιότητας και απαράμιλλης τεχνογνωσίας επιστρώσεων για όλων των ειδών φιλμ. Σύμφωνα όμως με τον ίδιο τον Μάτεσον «Και οι δύο ιδιότητες που ανέδειξαν την εταιρεία δεν ήταν πλέον αναγκαίες για την παραγωγή των ψηφιακών εικόνων». Η Kodak θα έπρεπε να προσπαθήσει να επινοήσει ξανά από την αρχή τον ψηφιακό εαυτό της, πράγμα καθόλου εύκολο με αποτέλεσμα το πραγματικό δίλημμα της επιχείρησης τη δεκαετία του 70' να είναι μόνο ένα «ή ''αυτοκτονία'' ή αναβολή του ''θανάτου'' για αργότερα».
Ένα ακόμα σοβαρό λάθος που έκανε η Kodak σύμφωνα με τον Μάτεσον ήταν ότι προσπάθησε να αποσυνδεθεί από την φήμη που τη συνόδευε ως μια εταιρεία που έχει να κάνει με την φωτογραφία. Τα διάφορα διοικητικά συμβούλια έβρισκαν νέα επιχειρηματικά πεδία για να στρέψουν την λειτουργία της, όπως η κατασκευή χημικών για την φαρμακευτική βιομηχανία ή οι επενδύσεις για την κυριαρχία της εταιρείας στην αγορά της ψηφιακής εκτύπωσης. Η εποχή είχε αρχίσει ωστόσο να ξεπερνάει την φιλοσοφία της, καθώς οι φωτογραφικές μηχανές άρχισαν να ενσωματώνονται στα κινητά τηλέφωνα παίρνοντας έτσι μεγάλο μερίδιο της αγοράς την ίδια ώρα που η πώληση συμβατικών ψηφιακών μηχανών έπεφτε και τη μερίδα του λέοντος κέρδιζαν άλλες εταιρείες όπως η Canon, η Nikon και η Sony.
Στις εγκαταστάσεις της εταιρείας στο Ρότσεστερ σήμερα θα συναντήσει κανείς μια πόλη με συγκροτήματα πύργων γεμάτα με γραφεία πολλά από τα οποία πωλούνται. Στα υπόλοιπα στεγάζονται επιχειρήσεις όπως η Xerox, η Bausch & Lomb και η Chase Bank. Τα κεντρικά γραφεία της Kodak βρίσκονται στο κέντρο της πόλης, το οποίο σχεδόν ερημωμένο έχει αποκλείσει κάθε δυνατότητα αναβίωσής του με τα λίγα εστιατόρια και μπαρ που έιχαν ανοίξει σε μια ύστατη προσπάθεια για ανάκαμψη να κλείνουν το ένα μετά το άλλο. Η ευρύτερη περιοχή ωστόσο αναπτύσσεται σταθερά με αρκετές μεγάλες και μεσαίες επιχειρήσεις να έχουν εκεί τις εγκαταστάσεις τους και το πανεπιστήμιο του Ρότσεστερ να ανταγωνίζεται επάξια στο κύρος και σπουδές του περίφημο MIT στο στο Cambridge της Μασαχουσέτης.
Η περιοχή απασχολεί σήμερα περίπου μισό εκατομμύριο άτομα, ένα πέμπτο περισσότερο από ό, τι υπήρχαν στο απόγειο της Kodak, και η ανεργία είναι κάτω από τον εθνικό μέσο όρο.
ΠΗΓΗ
Για περισσότερα από 132 χρόνια η Kodak αποτέλεσε μέρος του δυτικού τρόπου ζωής, με τα χαρακτηριστικά κίτρινα κουτιά των φιλμ της και το κιτρινο-κόκκινο λογότυπο της να αποτελούν την πρώτη επιλογή για την φωτογραφική αποτύπωση γάμων, γιορτών, εκδηλώσεων και κάθε είδους προσωπικών ή δημόσιων στιγμών, πολύ πριν την εμφάνιση των κινητών τηλεφώνων με ενσωματωμένη κάμερα ή των τελευταίας τεχνολογίας ψηφιακών φωτογραφικών μηχανών.
Ο ιδρυτής της εταιρείας George Eastman θεωρούνταν ως ο Steve Jobs της εποχής του, και η Kodak ένα αλλοτινό Google. Το 1900 η "Brownie", η πρώτη φορητή φωτογραφική μηχανή ήταν διαθέσιμη για τον κοινό από την Kodak. Η "Brownie" άλλαξε τον τρόπο που βλέπουμε τον κόσμο για πάντα και παράλληλα ανέδειξε μία νέα επιχειρηματική φιλοσοφία. Ενώ οι φωτογραφικές μηχανές πωλούνταν φθηνά και μαζικά η Kodak σάρωσε την αγορά με τις πωλήσεις των φιλμ που θα έπαιρναν οι μηχανές της.
Η τακτική αυτή απέδωσε τα μέγιστα για έναν αιώνα καθώς το 1999 η Kodak σημείωνε ρεκόρ κερδών ύψους 2,5 δις δολαρίων. Στις εγκαταστάσεις της στο Ρότσεστερ παραγόταν μία ευρεία γκάμα προϊόντων, από φιλμ για X-ray φωτογραφίες και μικροφίλμ μέχρι πομπίνες των 16 και 35 χιλιοστών για βιντεοσκοπήσεις αλλά και προβολείς διαφανειών, βιντεοκασέτες, μπαταρίες λιθίου και δισκέτες για τους πρώτους υπολογιστές. Ήταν η εποχή που η εταιρεία παρήγαγε διαρκώς νέα μοντέλα φωτογραφικών μηχανών και λάνσαρε μέχρι και 30 νέα προϊόντα κάθε χρόνο.
Μόνο τη δεκαετία του 90' η εταιρεία απασχολούσε περισσότερους από 30.000 εργαζόμενους στις εγκαταστάσεις της κοντά στη λίμνη Οντάριο, ενώ η κάθε μετοχή της έφτανε τα 54 ευρώ. Εκείνη την εποχή το μοναδικό 'πρόβλημα' των εργαζομένων ήταν η εύρεση θέση στάθμευσης κοντά στις εργοστασιακές εγκαταστάσεις που απαρτίζονταν από ένα συγκρότημα 195 κτηρίων(!).
Σήμερα ο Σέινμπρουκ, επί 35 χρόνια εργαζόμενος μιας εταιρείας για την οποία ταξίδευε σε όλο τον κόσμο αν και συνταξιοδοτημένος από το 2003 παραμένει ενεργό μέλος της Kodak, δηλώνοντας για τα νέα της υπαγωγής της εταιρείας στο πτωχευτικό άρθρο 11 του αμερικανικού κώδικα στις 19 Ιανουαρίου «Είναι δύσκολο να το φανταστεί κανείς σήμερα. Μήπως έκλαψα; Όχι. Μήπως σοκαρίστηκα; Ναι, και ακόμα δεν έχω συνέλθει από αυτό».
Οι επικριτές της αναφέρουν ότι η Kodak αποτέλεσε ένα παράδειγμα εταιρείας η οποία αψήφησε τα σημάδια των καιρών παίρνοντας μόνη της την άγουσα για την καταστροφή καθώς δεν ακολούθησε τις επιταγές της εποχής. Άλλες έρευνες αποδίδουν την πτώση της ιστορικής εταιρείας στο γενικότερο κλίμα εξαθλίωσης και ύφεσης που επικρατεί αυτή την στιγμή στις ΗΠΑ. Η αλήθεια , ωστόσο, δεν βρίσκεται κατ' ανάγκη σε αυτές τις ερμηνείες αλλά μάλλον έχει να κάνει με τις οξείες διαρθρωτικές αλλαγές που συντελούνται τα τελευταία χρόνια σε παγκόσμιο επίπεδο.
Τα ερωτήματα του Σέινμπρουκ σχετικά με την χρεοκοπία της εταιρείας είναι περισσότερο λογικά παρά τεχνοκρατικά. Πώς είναι δυνατόν να πτώχευσε μία εταιρεία η οποία τη δεκαετία του 70' παρήγαγε το 90% όλων των φιλμ που εκτίθεντο στις ΗΠΑ και το 85% όλων των μηχανών που πωλούνταν; Είναι λογικό να συμβαίνει πραγματικά σε μία από τις πιο αξιόπιστες και διαδεδομένες εταιρείες ολόκληρου του 20ου αιώνα; Πως έχασε η Kodak την «αυγή» της ψηφιακής εποχής; Τέλος, πώς είναι δυνατόν μία από τις πιο καινοτόμες επιχειρήσεις παγκοσμίως να φτάνει την τιμή της μετοχής της στα 50 λεπτά του δολαρίου στην αρχή του έτους με αποτέλεσμα να διαγραφεί από το χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης;
Αμείλικτα ερωτηματικά
Οι απαντήσεις σ' αυτά τα ερωτήματα κρύβουν σίγουρα εκπλήξεις καθώς ποιός μπορεί για παράδειγμα να φανταστεί πως ήταν η Kodak το 1975 που δημιούργησε την πρώτη ψηφιακή φωτογραφική μηχανή; Με τριπλάσιο μέγεθος από ένα κουτί παπουτσιών η κάμερα αυτή εφευρέθηκε από τον μηχανικό της εταιρείας Στηβ Σέισον ενώ απέδωσε μία ασπρόμαυρη , όχι και τόσο καθαρή, φωτογραφία των μόλις 0,01 megapixel. Ο Σέινμπρουκ θυμάται πως ότι για την αποθήκευση της φωτογραφίας χρειάστηκαν οκτώ ολόκληρα λεπτά καθιστώντας την μηχανή αυτή ένα όχι και τόσο εμπορεύσιμο προϊόν.
Με τα χρόνια οι μηχανικοί της εταιρείας βελτίωσαν τους αισθητήρες, οι οποίοι χρησιμοποιήθηκαν τόσο σε φωτογραφικές μηχανές της Nikon και της Leica όσο και στον στρατιωτικό εξοπλισμό.
Ένας άλλος βετεράνος εργαζόμενος της Kodak ο οποίος σήμερα είναι ανώτερος αντιπρόεδρος και καθηγητής στη Σχολή Επιχειρήσεων του Σάιμον στο πανεπιστήμιο του Ρότσεστερ, ο Λάρυ Μάτεσον, είχε επιφορτιστεί με την σύνταξη μίας έκθεσης για το μέλλον της ψηφιακής τεχνολογίας από το εκτελεστικό συμβούλιο της εταιρείας, 4 μόλις χρόνια μετά την παραγωγή της πρώτης ψηφιακής μηχανής.
Τα αποτελέσματα της έρευνάς του σχεδόν προφητικά για τον μέλλον της επιχείρησης καθώς δύο ήταν οι τομείς στους οποίους πρωτοπορούσε πάντοτε η Kodak. Ο πρώτος ήταν η οργανική χημεία και ο δεύτερος η κατασκευή εξαιρετικής ποιότητας και απαράμιλλης τεχνογνωσίας επιστρώσεων για όλων των ειδών φιλμ. Σύμφωνα όμως με τον ίδιο τον Μάτεσον «Και οι δύο ιδιότητες που ανέδειξαν την εταιρεία δεν ήταν πλέον αναγκαίες για την παραγωγή των ψηφιακών εικόνων». Η Kodak θα έπρεπε να προσπαθήσει να επινοήσει ξανά από την αρχή τον ψηφιακό εαυτό της, πράγμα καθόλου εύκολο με αποτέλεσμα το πραγματικό δίλημμα της επιχείρησης τη δεκαετία του 70' να είναι μόνο ένα «ή ''αυτοκτονία'' ή αναβολή του ''θανάτου'' για αργότερα».
Ένα ακόμα σοβαρό λάθος που έκανε η Kodak σύμφωνα με τον Μάτεσον ήταν ότι προσπάθησε να αποσυνδεθεί από την φήμη που τη συνόδευε ως μια εταιρεία που έχει να κάνει με την φωτογραφία. Τα διάφορα διοικητικά συμβούλια έβρισκαν νέα επιχειρηματικά πεδία για να στρέψουν την λειτουργία της, όπως η κατασκευή χημικών για την φαρμακευτική βιομηχανία ή οι επενδύσεις για την κυριαρχία της εταιρείας στην αγορά της ψηφιακής εκτύπωσης. Η εποχή είχε αρχίσει ωστόσο να ξεπερνάει την φιλοσοφία της, καθώς οι φωτογραφικές μηχανές άρχισαν να ενσωματώνονται στα κινητά τηλέφωνα παίρνοντας έτσι μεγάλο μερίδιο της αγοράς την ίδια ώρα που η πώληση συμβατικών ψηφιακών μηχανών έπεφτε και τη μερίδα του λέοντος κέρδιζαν άλλες εταιρείες όπως η Canon, η Nikon και η Sony.
Στις εγκαταστάσεις της εταιρείας στο Ρότσεστερ σήμερα θα συναντήσει κανείς μια πόλη με συγκροτήματα πύργων γεμάτα με γραφεία πολλά από τα οποία πωλούνται. Στα υπόλοιπα στεγάζονται επιχειρήσεις όπως η Xerox, η Bausch & Lomb και η Chase Bank. Τα κεντρικά γραφεία της Kodak βρίσκονται στο κέντρο της πόλης, το οποίο σχεδόν ερημωμένο έχει αποκλείσει κάθε δυνατότητα αναβίωσής του με τα λίγα εστιατόρια και μπαρ που έιχαν ανοίξει σε μια ύστατη προσπάθεια για ανάκαμψη να κλείνουν το ένα μετά το άλλο. Η ευρύτερη περιοχή ωστόσο αναπτύσσεται σταθερά με αρκετές μεγάλες και μεσαίες επιχειρήσεις να έχουν εκεί τις εγκαταστάσεις τους και το πανεπιστήμιο του Ρότσεστερ να ανταγωνίζεται επάξια στο κύρος και σπουδές του περίφημο MIT στο στο Cambridge της Μασαχουσέτης.
Η περιοχή απασχολεί σήμερα περίπου μισό εκατομμύριο άτομα, ένα πέμπτο περισσότερο από ό, τι υπήρχαν στο απόγειο της Kodak, και η ανεργία είναι κάτω από τον εθνικό μέσο όρο.
ΠΗΓΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου