H σύγχρονη τάση στον αθλητισμό θέλει τα σπορ να αποτελούν πρώτα από όλα εμπορικό προϊόν, αποκομμένο από την πολιτική. Ένα θέαμα που θα διασκεδάζει το κοινό, το οποίο θα μασουλάει πατατάκια και θα ρουφάει με θόρυβο το αναψυκτικό του.
Ωστόσο, οι πολιτικές επιταγές των καιρών πάντα έβρισκαν τρόπο έκφρασης στα γήπεδα. Αυτό συνέβη και σαν σήμερα το 1968 στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Μεξικό, όταν, στην απονομή των μεταλλίων για τα 200 μέτρα, οι Αμερικανοί σπρίντερ Τζον Κάρλος και Τόμι Σμιθ, ύψωσαν τις, ντυμένες με μαύρο γάντι, γροθιές τους προκειμένου να διαμαρτυρηθούν για την καταπίεση των μαύρων στη χώρα τους.
Ήταν η εποχή όπου το κίνημα «Black Power» (Μαύρη Δύναμη) είχε αναδειχθεί στο κύριο όχημα διεκδίκησης των ατομικών δικαιωμάτων και ελευθεριών. Η δημόσια ρητορική ενάντια στον πόλεμο του Βιετνάμ είχε ενταθεί και τα αμερικανικά αστικά κέντρα γνώριζαν βίαιες διαδηλώσεις ύστερα από τη δολοφονία του Μάρτιν Λούθερ Κινγκ.
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο οι δύο μαύροι αθλητές αποφασίζουν να δώσουν τη δική τους παράσταση διαμαρτυρίας, στη μεγαλύτερη σκηνή που διέθετε ο πλανήτης. Τους Ολυμπιακούς Αγώνες.
Η κίνησή τους με τις υψωμένες γροθιές και το χαμηλωμένο κεφάλι έχει αποτυπωθεί σε μία από τις διασημότερες φωτογραφίες του 20ου αιώνα. Οι λεπτομέρειες όμως που συνθέτουν την όλη ιστορία, λίγο είναι γνωστές.
Οι δύο ολυμπιονίκες αποφάσισαν να ανέβουν στο πόντιουμ χωρίς παπούτσια, φορώντας στα πόδια τους μόνο μαύρες κάλτσες για να συμβολίσουν τη φτώχεια που μάστιζε τη Μαύρη Αμερική. Ο Σμιθ είχε τυλιγμένο στο λαιμό ένα μαντήλι ως ένδειξη της μαύρης περηφάνιας, ενώ ο Κάρλος ένα κολιέ που αντιπροσώπευε τα θύματα της ρατσιστικής βίας.
Η πολιτική αυτή ενέργεια είχε και τα απρόοπτα της. Ο Τζον Κάρλος είχε ξεχάσει στο Ολυμπιακό Χωριό το δικό του ζευγάρι γάντια. Ο Αυστραλός Πίτερ Νόρμαν που θα ανέβαινε στο βάθρο ως αργυρός νικητής, πρότεινε να μοιραστούν οι δύο δρομείς τα γάντια του Σμιθ. Έτσι εξηγείται και το γεγονός πως ο Κάρλος σηκώνει την αριστερή του γροθιά, την ώρα που η κίνηση της μαύρης κοινότητας ήθελε το ύψωμα της δεξιάς.
«Εκείνη την ώρα για μένα τα δεσμά έσπασαν», έχει δηλώσει ο Τζον Κάρλος σχετικά με τα συναισθήματά του εκείνη την ώρα. « Ένιωσα πως δε θα μπορέσουν ποτέ ξανά να μου βάλουν αλυσίδες, γιατί αυτό που έκανα δεν ήταν αναστρέψιμο. Είχα ηθική υποχρέωση να αντιδράσω. Και η ηθική μου ήταν ισχυρότερη από τους κανόνες που έχουν φτιάξει αυτοί που μας καταπιέζουν», έχει πει ο Αμερικανός σπρίντερ.
Η απονομή εκείνη αποτελεί σήμερα μια από τις πιο χαρακτηριστικές στιγμές διεκδίκησης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, τότε όμως μόνο ως τέτοια δεν αντιμετωπίστηκε πίσω στην πατρίδα. Οι πολλαπλές συνέπειες που επωμίστηκαν για την κίνησή τους αυτή οι δύο αθλητές, είναι ίσως και το πιο ενδιαφέρον κομμάτι της ιστορίας.
Ο τότε πρόεδρος της Διεθνούς Ολυμπιακής Επιτροπής Έιβερι Μπράντεϊτζ ξεκαθάρισε πως οι Αγώνες πρέπει να είναι αποσυνδεμένοι από την πολιτική και διέταξε τον εξοστρακισμό των δύο από το Ολυμπιακό Χωριό. Μέσα σε 48 ώρες οι βίζες τους είχαν ανακληθεί, ενώ οι ίδιοι εκδιώχθηκαν άμεσα από το Μεξικό και έγιναν τα μαύρα πρόβατα της αμερικανικής αθλητικής κοινότητας. Το μαύρο, εξάλλου, αποτελούσε πάντα χρώμα που μπορούσε να σε βάλει σε μπελάδες τότε, από όποια σκοπιά κι αν το πάρει κανείς…
Ο Σμιθ απολύθηκε από τη δουλειά του, στο Πανεπιστήμιό του απολάμβανε… φιλοφρονήσεις όπως «μπαμπουΐνος» και κατηγορίες όπως «κομμουνιστής», ιδιότητα που αποτελούσε… θανάσιμο αμάρτημα στην, πάντα επηρεασμένη από τον μακαρθισμό, Αμερική του Ψυχρού Πολέμου. Οι φίλοι και οι γνωστοί έβαλαν στο περιθώριο τους δύο αθλητές, από φόβο μην τους πάρουν τα απόνερα του κύματος αντιπάθειας που είχε σηκωθεί, ενώ οι ίδιοι και οι οικογένειές τους δέχτηκαν απειλές για τη ζωή τους.
Ενδιαφέρων είναι πάντως και ο τρόπος με τον οποίο η ανθρώπινη ματαιοδοξία νόθευσε και αυτήν ακόμη την ιδεαλιστική ενέργεια. Ο Τζον Κάρλος και ο Τόμι Σμιθ βρέθηκαν κάποια στιγμή να μη μιλάνε μεταξύ τους διεκδικώντας την πατρότητα της ιδέας! Τελικά, συμβιβάστηκαν να πουν πως σχεδίασαν την διαμαρτυρία από κοινού, ύστερα από πολυήμερες συζητήσεις.
Σήμερα, η Αμερική φαίνεται να τους έχει συγχωρήσει την «ασέβεια» του 1968. Ένα γλυπτό που απεικονίζει την ιστορική εκείνη στιγμή και έχει στηθεί έξω από το Πανεπιστήμιο του Σαν Χοσέ, όπου είχε σπουδάσει ο Κάρλος, συμβολίζει το πέρασμα των δύο αθλητών από τον κάδο ανακύκλωσης της αμερικανικής ιστορίας, στο wallpaper με τους σημαντικότερους εκφραστές των κοινωνικών αγώνων…
ΠΗΓΗ
Ωστόσο, οι πολιτικές επιταγές των καιρών πάντα έβρισκαν τρόπο έκφρασης στα γήπεδα. Αυτό συνέβη και σαν σήμερα το 1968 στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Μεξικό, όταν, στην απονομή των μεταλλίων για τα 200 μέτρα, οι Αμερικανοί σπρίντερ Τζον Κάρλος και Τόμι Σμιθ, ύψωσαν τις, ντυμένες με μαύρο γάντι, γροθιές τους προκειμένου να διαμαρτυρηθούν για την καταπίεση των μαύρων στη χώρα τους.
Ήταν η εποχή όπου το κίνημα «Black Power» (Μαύρη Δύναμη) είχε αναδειχθεί στο κύριο όχημα διεκδίκησης των ατομικών δικαιωμάτων και ελευθεριών. Η δημόσια ρητορική ενάντια στον πόλεμο του Βιετνάμ είχε ενταθεί και τα αμερικανικά αστικά κέντρα γνώριζαν βίαιες διαδηλώσεις ύστερα από τη δολοφονία του Μάρτιν Λούθερ Κινγκ.
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο οι δύο μαύροι αθλητές αποφασίζουν να δώσουν τη δική τους παράσταση διαμαρτυρίας, στη μεγαλύτερη σκηνή που διέθετε ο πλανήτης. Τους Ολυμπιακούς Αγώνες.
Η κίνησή τους με τις υψωμένες γροθιές και το χαμηλωμένο κεφάλι έχει αποτυπωθεί σε μία από τις διασημότερες φωτογραφίες του 20ου αιώνα. Οι λεπτομέρειες όμως που συνθέτουν την όλη ιστορία, λίγο είναι γνωστές.
Οι δύο ολυμπιονίκες αποφάσισαν να ανέβουν στο πόντιουμ χωρίς παπούτσια, φορώντας στα πόδια τους μόνο μαύρες κάλτσες για να συμβολίσουν τη φτώχεια που μάστιζε τη Μαύρη Αμερική. Ο Σμιθ είχε τυλιγμένο στο λαιμό ένα μαντήλι ως ένδειξη της μαύρης περηφάνιας, ενώ ο Κάρλος ένα κολιέ που αντιπροσώπευε τα θύματα της ρατσιστικής βίας.
Η πολιτική αυτή ενέργεια είχε και τα απρόοπτα της. Ο Τζον Κάρλος είχε ξεχάσει στο Ολυμπιακό Χωριό το δικό του ζευγάρι γάντια. Ο Αυστραλός Πίτερ Νόρμαν που θα ανέβαινε στο βάθρο ως αργυρός νικητής, πρότεινε να μοιραστούν οι δύο δρομείς τα γάντια του Σμιθ. Έτσι εξηγείται και το γεγονός πως ο Κάρλος σηκώνει την αριστερή του γροθιά, την ώρα που η κίνηση της μαύρης κοινότητας ήθελε το ύψωμα της δεξιάς.
«Εκείνη την ώρα για μένα τα δεσμά έσπασαν», έχει δηλώσει ο Τζον Κάρλος σχετικά με τα συναισθήματά του εκείνη την ώρα. « Ένιωσα πως δε θα μπορέσουν ποτέ ξανά να μου βάλουν αλυσίδες, γιατί αυτό που έκανα δεν ήταν αναστρέψιμο. Είχα ηθική υποχρέωση να αντιδράσω. Και η ηθική μου ήταν ισχυρότερη από τους κανόνες που έχουν φτιάξει αυτοί που μας καταπιέζουν», έχει πει ο Αμερικανός σπρίντερ.
Η απονομή εκείνη αποτελεί σήμερα μια από τις πιο χαρακτηριστικές στιγμές διεκδίκησης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, τότε όμως μόνο ως τέτοια δεν αντιμετωπίστηκε πίσω στην πατρίδα. Οι πολλαπλές συνέπειες που επωμίστηκαν για την κίνησή τους αυτή οι δύο αθλητές, είναι ίσως και το πιο ενδιαφέρον κομμάτι της ιστορίας.
Ο τότε πρόεδρος της Διεθνούς Ολυμπιακής Επιτροπής Έιβερι Μπράντεϊτζ ξεκαθάρισε πως οι Αγώνες πρέπει να είναι αποσυνδεμένοι από την πολιτική και διέταξε τον εξοστρακισμό των δύο από το Ολυμπιακό Χωριό. Μέσα σε 48 ώρες οι βίζες τους είχαν ανακληθεί, ενώ οι ίδιοι εκδιώχθηκαν άμεσα από το Μεξικό και έγιναν τα μαύρα πρόβατα της αμερικανικής αθλητικής κοινότητας. Το μαύρο, εξάλλου, αποτελούσε πάντα χρώμα που μπορούσε να σε βάλει σε μπελάδες τότε, από όποια σκοπιά κι αν το πάρει κανείς…
Ο Σμιθ απολύθηκε από τη δουλειά του, στο Πανεπιστήμιό του απολάμβανε… φιλοφρονήσεις όπως «μπαμπουΐνος» και κατηγορίες όπως «κομμουνιστής», ιδιότητα που αποτελούσε… θανάσιμο αμάρτημα στην, πάντα επηρεασμένη από τον μακαρθισμό, Αμερική του Ψυχρού Πολέμου. Οι φίλοι και οι γνωστοί έβαλαν στο περιθώριο τους δύο αθλητές, από φόβο μην τους πάρουν τα απόνερα του κύματος αντιπάθειας που είχε σηκωθεί, ενώ οι ίδιοι και οι οικογένειές τους δέχτηκαν απειλές για τη ζωή τους.
Ενδιαφέρων είναι πάντως και ο τρόπος με τον οποίο η ανθρώπινη ματαιοδοξία νόθευσε και αυτήν ακόμη την ιδεαλιστική ενέργεια. Ο Τζον Κάρλος και ο Τόμι Σμιθ βρέθηκαν κάποια στιγμή να μη μιλάνε μεταξύ τους διεκδικώντας την πατρότητα της ιδέας! Τελικά, συμβιβάστηκαν να πουν πως σχεδίασαν την διαμαρτυρία από κοινού, ύστερα από πολυήμερες συζητήσεις.
Σήμερα, η Αμερική φαίνεται να τους έχει συγχωρήσει την «ασέβεια» του 1968. Ένα γλυπτό που απεικονίζει την ιστορική εκείνη στιγμή και έχει στηθεί έξω από το Πανεπιστήμιο του Σαν Χοσέ, όπου είχε σπουδάσει ο Κάρλος, συμβολίζει το πέρασμα των δύο αθλητών από τον κάδο ανακύκλωσης της αμερικανικής ιστορίας, στο wallpaper με τους σημαντικότερους εκφραστές των κοινωνικών αγώνων…
ΠΗΓΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου