Μια συγκλονιστική ιστορία ανθρώπων που κατάφεραν να επιζήσουν σε συνθήκες απάνθρωπες και επώδυνες, παίρνει «σάρκα και οστά» μέσα από την οθόνη του κινηματογράφου.
Στις 15 Ιανουαρίου 1993, πραγματοποιείται η πρεμιέρα της ταινίας «Αlive» του Φρανκ Μάρσαλ, μεταφέροντας στην οθόνη τις τραγικές συνέπειες του αεροπορικού δυστυχήματος που συνέβη τον Οκτώβριο του 1972 στις Ανδεις…
Εκεί όπου ξεκληρίστηκε μια ομάδα ράγκμπι και όσοι κατάφεραν να επιζήσουν, ξεπέρασαν τα όριά τους προκειμένου να μείνουν ζωντανοί, μέσα σε εξαιρετικά δυσμενείς συνθήκες και υπερβαίνοντας κάθε ανθρώπινη αντοχή…
Καρφώθηκε στην βουνοκορφή
Όλα ξεκίνησαν στις 13 Οκτωβρίου 1972, όταν μια ομάδα ράγκμπι της Ουρουγουάης –του Κολεγίου «Στέλα Μαρίς»- που αποτελούνταν από 40 άτομα μαζί με το τεχνικό τιμ, λίγους φίλους και συγγενείς, επιβιβάζεται στο αεροσκάφος της πολεμικής αεροπορίας της Ουρουγουάης για να ταξιδέψει στην Χιλή.
Κανείς δεν θα μπορούσε να φανταστεί αυτό που θα συνέβαινε…
Λίγες ώρες αργότερα, το αεροσκάφος πετούσε πάνω από τις Ανδεις, στα σύνορα Αργεντινής – Χιλής και σε υψόμετρο που ξεπερνούσε τα 4.000. Όμως ένας λάθος υπολογισμός και οι άσχημες καιρικές συνθήκες το έστειλαν να… καρφωθεί πάνω σε μια βουνοκορφή, με τον πιλότο να την αντιλαμβάνεται την τελευταία στιγμή και να μην προλαβαίνει να αντιδράσει… Να σημειωθεί, μάλιστα, πως εκείνο το σημείο των βουνών δεν ήταν χαρτογραφημένο μέχρι την στιγμή εκείνη. Αργότερα, ονομάστηκε μεταξύ άλλων και «βουνοκορφή των δακρύων».
Οι επιβάτες ήταν 45 άτομα και την στιγμή της σύγκρουσης σκοτώθηκαν επί τόπου οι 12. Μέχρι το επόμενο πρωί είχαν πεθάνει ακόμη πέντε, ενώ ένας άντεξε μία εβδομάδα μέχρι να υποκύψει τελικά στα τραύματά του. Από το τραγικό δυστύχημα επέζησαν 27 άνθρωποι που στάθηκαν τυχεροί όμως χρειάστηκε να δοκιμαστούν στα όρια μέχρι τελικά κάποιοι εξ αυτών να επιστρέψουν σώοι στην πατρίδα τους και να αφηγηθούν τις τραγικές στιγμές που έζησαν…
«Είναι μόνο στο χέρι μας»
Οι επιζώντες βρήκαν καταφύγιο στα συντρίμμια του αεροσκάφους, με ελάχιστες ποσότητες τροφής, αλλά και ρούχα λίγα και ακατάλληλα φυσικά για τόσο μικρές θερμοκρασίες που άγγιζαν τους -40 βαθμούς κελσίου. Λίγες σοκολάτες, ξηροί καρποί, σνακς και κρασιά ήταν τα μόνα που «διασώθηκαν» της σύγκρουσης… Τα μοναδικά τους «όπλα»… Η πρώτη στιγμή της… απόγνωσης ήρθε όταν οι επιζώντες ενημερώθηκαν από ένα ραδιοφωνάκι πως οι έρευνες είχαν σταματήσει, 11 μέρες μετά το δυστύχημα.
Το αεροπλάνο ήταν άσπρου χρώματος και όταν πια έγινε ένα με το χιόνι, από ψηλά ήταν αδύνατο να εντοπιστεί… Οι πάντες τους θεωρούσαν νεκρούς όμως οι ίδιοι δεν το έβαλαν κάτω… «Στο άκουσμα της είδησης, όλων τα μάτια γέμισαν δάκρυα. Είχαμε απελπιστεί. Ολοι εκτός από τον Παράδο. Την ώρα εκείνη μπήκε ο Γκουστάβο Νίκολιτς. `Δεν υπάρχουν καλά νέα. Πρέπει να βγούμε μόνοι μας ζωντανοί από δω' είπε», περιγράφει ο Πιρς Πολ στο βιβλίο «Η ιστορία των επιζώντων των Ανδεων», πάνω στο οποίο βασίστηκε και η ταινία.
Σε... ανθρωποφαγία
Αρχικά, προσπάθησαν να διανύσουν μια απόσταση μέσα στο χιόνι, προκειμένου να βρουν το άλλο κομμάτι του αεροσκάφους, με την ελπίδα ότι θα λειτουργούσε ο ασύρματος… Πράγματι, κατάφεραν να το εντοπίσουν όμως ούτε ασύρματος βρέθηκε και φυσικά ούτε τροφή. Μόνο κάποιες κούτες με τσιγάρα… Η ανατριχιαστική απόφαση ήταν θέμα χρόνου να παρθεί. Οι πιο σκληροί όπως ο Νάντο Παράδο, αρχικά τρόμαξαν ακόμη και οι ίδιοι με την σκέψη, όμως έπειτα έριξαν την ιδέα: Να τραφούν με τα σώματα των νεκρών συντρόφων τους.
«Σε τόσο μεγάλο υψόμετρο, οι ανάγκες του οργανισμού είναι αστρονομικές. Λιμοκτονούσαμε. Η πείνα μας έγινε τόσο ισχυρή που ψάχναμε για ψίχουλα ή προσπαθούσαμε να φάμε κομμάτια από σκισμένο δέρμα των αποσκευών, παρότι γνωρίζαμε ότι θα χημικά περισσότερο κακό θα μας έκαναν παρά καλό. Καταλήξαμε στο συμπέρασμα πως εάν δεν θέλαμε να φάμε τα ρούχα που φορούσαμε, δεν υπήρχε κάτι άλλο εκτός από σίδερο και χιόνι», περιγράφει ο Νάντο Παράδο και συμπληρώνει:
«Ολοι οι επιβάτες ήταν ρωμαιοκαθολικοί. Κάποιοι κατάφεραν να εξισώσουν την πράξη του κανιβαλισμού με το τελετουργικό της Θείας Κοινωνίας. Οι περισσότεροι είχαν αρχικά επιφυλάξεις, οι οποίες όμως κάμφθηκαν όταν συνειδητοποίησαν ότι ήταν ο μοναδικός τρόπος για να παραμείνουν ζωντανοί».
Χιονοστιβάδα και... ένα ξενοδοχείο δίπλα!
16 μέρες μετά την σύγκρουση, έχασαν την ζωή τους 8 ακόμη άτομα από χιονοστιβάδα που τα καταπλάκωσε. Κάπου εκεί πάρθηκε η απόφαση να δημιουργηθεί μία ομάδα που θα ενισχύονταν με περισσότερη τροφή και ρούχα ώστε να καταφέρει τελικά να φτάσει σε κατοικήσιμη περιοχή και να φέρει βοήθεια. Οι επιζώντες του δυστυχήματος αντιλαμβανόταν ότι βρίσκονταν σε εδάφη της Αργεντινής, όμως δεν είχαν ιδέα προς τα πού ακριβώς έπρεπε να κατευθυνθούν. Η ειρωνεία είναι πως βρίσκονταν μόλις 18 μίλια μακριά από το εγκαταλειμμένο ξενοδοχείο «Hotel Termas Sosneado» αλλά φυσικά δεν το γνώριζαν.
Τελικά, στις 12 Δεκεμβρίου 1972, δύο μήνες μετά την συντριβή του αεροπλάνου, οι Παράδο, Κανέσα και Βισιντίν ξεκίνησαν το μακρύ ταξίδι μέσα στα βουνά – και αφού προηγουμένως είχαν καταφέρει να ράψουν έναν εξαιρετικό, ασφαλή υπνόσακο – προκειμένου να φέρουν βοήθεια. Επειτα από τρεις μέρες περπάτημα, ο Παράδο έφτασε πρώτος στην κορυφή και από κατάφερε να διακρίνει την κόκκινη κοιλάδα της Χιλής. Πλέον, άρχισαν την κάθοδο και προχωρώντας παράλληλα στον ποταμό, κατάφεραν να βρουν κατοικημένη περιοχή.
Κάθοδος και διάσωση
Επειτα από κάποιες μέρες, οδήγησαν τα συνεργεία διάσωσης στο σημείο όπου είχαν αφήσει τους συντρόφους τους και μια, άνευ προηγουμένου , περιπέτεια έφτασε στο τέλος της… Στις 23 Δεκεμβρίου τα πάντα είχαν τελειώσει ή… μήπως όχι; Η απόφασή τους να τραφούν με τους ίδιους τους φίλους τους, ακολουθούσε για αρκετά χρόνια τους επιζώντες των Άνδεων. Τρεις μόλις μέρες μετά την επιστροφή τους στην πατρίδα, η εφημερίδα El Mercurio έγραψε στο πρωτοσέλιδο πως «επέζησαν λόγω του κανιβαλισμού».
Για πολλούς, ωστόσο, η ιστορία των επιζώντων θεωρείται ύμνος στην δύναμη της ψυχής και την ανάγκη για επιβίωση.
ΠΗΓΗ
Στις 15 Ιανουαρίου 1993, πραγματοποιείται η πρεμιέρα της ταινίας «Αlive» του Φρανκ Μάρσαλ, μεταφέροντας στην οθόνη τις τραγικές συνέπειες του αεροπορικού δυστυχήματος που συνέβη τον Οκτώβριο του 1972 στις Ανδεις…
Εκεί όπου ξεκληρίστηκε μια ομάδα ράγκμπι και όσοι κατάφεραν να επιζήσουν, ξεπέρασαν τα όριά τους προκειμένου να μείνουν ζωντανοί, μέσα σε εξαιρετικά δυσμενείς συνθήκες και υπερβαίνοντας κάθε ανθρώπινη αντοχή…
Καρφώθηκε στην βουνοκορφή
Όλα ξεκίνησαν στις 13 Οκτωβρίου 1972, όταν μια ομάδα ράγκμπι της Ουρουγουάης –του Κολεγίου «Στέλα Μαρίς»- που αποτελούνταν από 40 άτομα μαζί με το τεχνικό τιμ, λίγους φίλους και συγγενείς, επιβιβάζεται στο αεροσκάφος της πολεμικής αεροπορίας της Ουρουγουάης για να ταξιδέψει στην Χιλή.
Κανείς δεν θα μπορούσε να φανταστεί αυτό που θα συνέβαινε…
Λίγες ώρες αργότερα, το αεροσκάφος πετούσε πάνω από τις Ανδεις, στα σύνορα Αργεντινής – Χιλής και σε υψόμετρο που ξεπερνούσε τα 4.000. Όμως ένας λάθος υπολογισμός και οι άσχημες καιρικές συνθήκες το έστειλαν να… καρφωθεί πάνω σε μια βουνοκορφή, με τον πιλότο να την αντιλαμβάνεται την τελευταία στιγμή και να μην προλαβαίνει να αντιδράσει… Να σημειωθεί, μάλιστα, πως εκείνο το σημείο των βουνών δεν ήταν χαρτογραφημένο μέχρι την στιγμή εκείνη. Αργότερα, ονομάστηκε μεταξύ άλλων και «βουνοκορφή των δακρύων».
Οι επιβάτες ήταν 45 άτομα και την στιγμή της σύγκρουσης σκοτώθηκαν επί τόπου οι 12. Μέχρι το επόμενο πρωί είχαν πεθάνει ακόμη πέντε, ενώ ένας άντεξε μία εβδομάδα μέχρι να υποκύψει τελικά στα τραύματά του. Από το τραγικό δυστύχημα επέζησαν 27 άνθρωποι που στάθηκαν τυχεροί όμως χρειάστηκε να δοκιμαστούν στα όρια μέχρι τελικά κάποιοι εξ αυτών να επιστρέψουν σώοι στην πατρίδα τους και να αφηγηθούν τις τραγικές στιγμές που έζησαν…
«Είναι μόνο στο χέρι μας»
Οι επιζώντες βρήκαν καταφύγιο στα συντρίμμια του αεροσκάφους, με ελάχιστες ποσότητες τροφής, αλλά και ρούχα λίγα και ακατάλληλα φυσικά για τόσο μικρές θερμοκρασίες που άγγιζαν τους -40 βαθμούς κελσίου. Λίγες σοκολάτες, ξηροί καρποί, σνακς και κρασιά ήταν τα μόνα που «διασώθηκαν» της σύγκρουσης… Τα μοναδικά τους «όπλα»… Η πρώτη στιγμή της… απόγνωσης ήρθε όταν οι επιζώντες ενημερώθηκαν από ένα ραδιοφωνάκι πως οι έρευνες είχαν σταματήσει, 11 μέρες μετά το δυστύχημα.
Το αεροπλάνο ήταν άσπρου χρώματος και όταν πια έγινε ένα με το χιόνι, από ψηλά ήταν αδύνατο να εντοπιστεί… Οι πάντες τους θεωρούσαν νεκρούς όμως οι ίδιοι δεν το έβαλαν κάτω… «Στο άκουσμα της είδησης, όλων τα μάτια γέμισαν δάκρυα. Είχαμε απελπιστεί. Ολοι εκτός από τον Παράδο. Την ώρα εκείνη μπήκε ο Γκουστάβο Νίκολιτς. `Δεν υπάρχουν καλά νέα. Πρέπει να βγούμε μόνοι μας ζωντανοί από δω' είπε», περιγράφει ο Πιρς Πολ στο βιβλίο «Η ιστορία των επιζώντων των Ανδεων», πάνω στο οποίο βασίστηκε και η ταινία.
Σε... ανθρωποφαγία
Αρχικά, προσπάθησαν να διανύσουν μια απόσταση μέσα στο χιόνι, προκειμένου να βρουν το άλλο κομμάτι του αεροσκάφους, με την ελπίδα ότι θα λειτουργούσε ο ασύρματος… Πράγματι, κατάφεραν να το εντοπίσουν όμως ούτε ασύρματος βρέθηκε και φυσικά ούτε τροφή. Μόνο κάποιες κούτες με τσιγάρα… Η ανατριχιαστική απόφαση ήταν θέμα χρόνου να παρθεί. Οι πιο σκληροί όπως ο Νάντο Παράδο, αρχικά τρόμαξαν ακόμη και οι ίδιοι με την σκέψη, όμως έπειτα έριξαν την ιδέα: Να τραφούν με τα σώματα των νεκρών συντρόφων τους.
«Σε τόσο μεγάλο υψόμετρο, οι ανάγκες του οργανισμού είναι αστρονομικές. Λιμοκτονούσαμε. Η πείνα μας έγινε τόσο ισχυρή που ψάχναμε για ψίχουλα ή προσπαθούσαμε να φάμε κομμάτια από σκισμένο δέρμα των αποσκευών, παρότι γνωρίζαμε ότι θα χημικά περισσότερο κακό θα μας έκαναν παρά καλό. Καταλήξαμε στο συμπέρασμα πως εάν δεν θέλαμε να φάμε τα ρούχα που φορούσαμε, δεν υπήρχε κάτι άλλο εκτός από σίδερο και χιόνι», περιγράφει ο Νάντο Παράδο και συμπληρώνει:
«Ολοι οι επιβάτες ήταν ρωμαιοκαθολικοί. Κάποιοι κατάφεραν να εξισώσουν την πράξη του κανιβαλισμού με το τελετουργικό της Θείας Κοινωνίας. Οι περισσότεροι είχαν αρχικά επιφυλάξεις, οι οποίες όμως κάμφθηκαν όταν συνειδητοποίησαν ότι ήταν ο μοναδικός τρόπος για να παραμείνουν ζωντανοί».
Χιονοστιβάδα και... ένα ξενοδοχείο δίπλα!
16 μέρες μετά την σύγκρουση, έχασαν την ζωή τους 8 ακόμη άτομα από χιονοστιβάδα που τα καταπλάκωσε. Κάπου εκεί πάρθηκε η απόφαση να δημιουργηθεί μία ομάδα που θα ενισχύονταν με περισσότερη τροφή και ρούχα ώστε να καταφέρει τελικά να φτάσει σε κατοικήσιμη περιοχή και να φέρει βοήθεια. Οι επιζώντες του δυστυχήματος αντιλαμβανόταν ότι βρίσκονταν σε εδάφη της Αργεντινής, όμως δεν είχαν ιδέα προς τα πού ακριβώς έπρεπε να κατευθυνθούν. Η ειρωνεία είναι πως βρίσκονταν μόλις 18 μίλια μακριά από το εγκαταλειμμένο ξενοδοχείο «Hotel Termas Sosneado» αλλά φυσικά δεν το γνώριζαν.
Τελικά, στις 12 Δεκεμβρίου 1972, δύο μήνες μετά την συντριβή του αεροπλάνου, οι Παράδο, Κανέσα και Βισιντίν ξεκίνησαν το μακρύ ταξίδι μέσα στα βουνά – και αφού προηγουμένως είχαν καταφέρει να ράψουν έναν εξαιρετικό, ασφαλή υπνόσακο – προκειμένου να φέρουν βοήθεια. Επειτα από τρεις μέρες περπάτημα, ο Παράδο έφτασε πρώτος στην κορυφή και από κατάφερε να διακρίνει την κόκκινη κοιλάδα της Χιλής. Πλέον, άρχισαν την κάθοδο και προχωρώντας παράλληλα στον ποταμό, κατάφεραν να βρουν κατοικημένη περιοχή.
Κάθοδος και διάσωση
Επειτα από κάποιες μέρες, οδήγησαν τα συνεργεία διάσωσης στο σημείο όπου είχαν αφήσει τους συντρόφους τους και μια, άνευ προηγουμένου , περιπέτεια έφτασε στο τέλος της… Στις 23 Δεκεμβρίου τα πάντα είχαν τελειώσει ή… μήπως όχι; Η απόφασή τους να τραφούν με τους ίδιους τους φίλους τους, ακολουθούσε για αρκετά χρόνια τους επιζώντες των Άνδεων. Τρεις μόλις μέρες μετά την επιστροφή τους στην πατρίδα, η εφημερίδα El Mercurio έγραψε στο πρωτοσέλιδο πως «επέζησαν λόγω του κανιβαλισμού».
Για πολλούς, ωστόσο, η ιστορία των επιζώντων θεωρείται ύμνος στην δύναμη της ψυχής και την ανάγκη για επιβίωση.
ΠΗΓΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου